ΠΕΡΙ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΣΜΟΥ



Οι δραστηριότητες των περισσοτέρων κατοίκων της χώρας μας σήμερα φαίνεται να είναι προσανατολισμένες στην ικανοποίηση μιας ακόρεστης επιθυμίας για την επίτευξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερης καταναλωτικής ευχέρειας. Η πλειονότητα των Ελλήνων δεν εργάζεται για να δημιουργήσει ή για να ικανοποιήσει πραγματικές ανάγκες αλλά για τον προσπορισμό ηδονής μέσω της κατανάλωσης. Και δυστυχώς δεν πρόκειται για μια τυχαία και περιστασιακή τάση, μια μόδα, αλλά για κάτι που έχει πάρει χαρακτήρα νεύρωσης η οποία διαμορφώνει με αρνητικό τρόπο την ιστορία μας.  

 

Τα αίτια αυτού του φαινομένου πρέπει να αναζητηθούν στην ανάγκη ψυχικής αναπλήρωσης που προκάλεσαν κάποιες μεταβολές οι οποίες έλαβαν χώρα μεταπολιτευτικά στην ελληνική κοινωνία, όπως : Η διάλυση όλων των αξιολογικών ιεραρχιών, η επιβολή της δικτατορίας της μετριότητας, η εξαναγκαστική εξίσωση των ανίσων και η διαρκής ισοπέδωση των πάντων προς τα κάτω. Και όλα αυτά στο όνομα μιας δήθεν «δημοκρατίας». Η δημοκρατία ωστόσο απαιτεί υψηλή ποιότητα ανθρώπων, είναι δε αδύνατον να εφαρμοσθεί από οχλοποιημένους κάφρους, έστω κι αν αυτοί διαθέτουν μεγάλη καταναλωτική ευχέρεια.

 

Έτσι, κανείς δεν βρίσκεται πλέον στη θέση που αρμόζει από τη φύση του διότι εδώ και αρκετό καιρό στην Ελλάδα δεν λειτουργούν «τάξεις». Και με τον όρο «τάξεις» δεν σημαίνεται μόνον η έννοια της εισοδηματικής διαφοράς, όπως στρεβλά έχει διερμηνεύσει (και  σε αυτό το θέμα) τη φυσική πραγματικότητα η αριστερά, αλλά και διακριτές συμπεριφορές και μια ιδιαίτερη αίσθηση αποστολής ενός εκάστου στη λειτουργία της κοινωνίας.  

 

Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά μια κυψέλη, θα διαπιστώσουμε ότι η φύση έχει μοιράσει δυνατότητες και ικανότητες στις μέλισσες, με τρόπο που εμπεριέχει τον προορισμό κάθε εντόμου για την εκτέλεση κάποιων εργασιών που επηρεάζουν την εύρυθμη λειτουργία της κυψέλης συνολικά. Όλες είναι μέλισσες, αλλά η συμβολή τους στην κυψέλη είναι διαφορετική, ανάλογη πάντοτε με «προκαθορισμένους» από τη σοφία της φύσης ρόλους και δυνατότητες.

 

Τηρουμένων των αναλογιών, κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην κοινωνία των ανθρώπων. Βέβαια, στα άλογα ζώα, όπως οι μέλισσες, η διαφοροποίηση του τρόπου λειτουργίας του κάθε εντόμου είναι δεδομένη και «υποχρεωτική», οπότε δεν πραγματοποιείται με ενέργεια θελητική. Ενώ στον άνθρωπο, που είναι προικισμένος με λογική, υπάρχει η δυνατότητα να επιλέξει ο ίδιος το αν ο τρόπος της ξεχωριστής του ατομικότητας θα είναι συμβατός με τον δεδομένο τρόπο τον κοινό του είδους. Ή πιο απλά, είναι στη διακριτική του ευχέρεια το να εξαπατηθεί και πάλι, από τον ‘αρχέγονο όφη’ (τον πλανώντα  την οικουμένη όλη), τρώγοντας ξανά το βλαπτικό μήλο της παραληρηματικής αυτοθέωσης.

 

Το πρόβλημα δηλαδή δεν είναι καινούριο, είναι κάτι που έχει τις ρίζες του πολύ παλιά, απλά η απόρριψη των δεδομένων της φυσικής πραγματικότητας και η ισοπέδωση των πάντων έφτασε στο να γίνει «πολιτική φιλοσοφία» (εν προκειμένω ιδεολόγημα) την περίοδο του Διαφωτισμού. Τότε ήταν που συστηματοποιήθηκε ο ορισμός του κόσμου αποκλειστικά μέσα από τη νόηση και την υλική όραση του ανθρώπου και ο άνθρωπος αυτοανακηρύχθηκε το απόλυτο κέντρο αυτού του κόσμου. Οι πλάνες του Διαφωτισμού εισήχθησαν (για την ακρίβεια επιβλήθηκαν) στην Ελλάδα από την πολιτισμικά «ανώτερη» Δύση, δεν έχουν όμως τίποτε κοινό με το ελληνικό πολιτιστικό παράδειγμα.

 

Η επιχείρηση αυτή της νοησιαρχικής ισοπέδωσης σήμερα έχει συστηματοποιηθεί και εκσυγχρονισθεί θεαματικά. Ξεκινά σε πρώτη φάση από τη μαζική εκπαίδευση των ανηλίκων, επεκτείνεται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και συνεχίζει φτάνοντας σε έσχατα όρια χυδαιότητας με τον γενικευμένο τηλεοπτικό εκμαυλισμό.

 

Η εμπέδωση από την ελληνική κοινωνία του δόγματος της ισότητας, απέκτησε έντονο και συστηματικό χαρακτήρα με τις συντονισμένες προσπάθειες σύσσωμου του «δημοκρατικού τόξου» με την έναρξη της Μεταπολίτευσης και με συνεχώς αυξανόμενη ένταση που στις μέρες μας έχει κορυφωθεί.. 

 

Είναι η περίοδος όπου οι αξιολογικές διαβαθμίσεις προσώπων και κάθε μορφή ιεραρχίας έπαψαν να λειτουργούν, υποτίθεται για λόγους …. ισότητας και δημοκρατίας, ανοίγοντας την πόρτα του φρενοκομείου στους Έλληνες. Η καθαρίστρια μπορεί πλέον να παρκάρει  ετσιθελικά  το αυτοκίνητό της στη θέση που άλλοτε προοριζόταν μόνο για τον διευθυντή της καρδιοχειρουργικής κλινικής, η υπαλληλική ιεραρχία ισοπεδώθηκε, ο έλεγχος (επιθεώρηση) της εργασίας καταργήθηκε, όπως και η αξιολόγηση της ποιότητας και της προσφοράς. Τα σχολεία έγιναν μικτά, η ποδιά καταργήθηκε και άρχισαν οι ακρότητες του ενδυματολογικού ανταγωνισμού, οι έξαλλες κομμώσεις, το μακιγιάζ των κοριτσιών από την ηλικία των δώδεκα, οι «πανκ» αμφιέσεις και τα χτενίσματα των αγοριών, οι χαλκάδες στα αυτιά, τη μύτη και τα χείλη, έγιναν η δεδομένη σχολική καθημερινότητα. Από ένα τέτοιο περιβάλλον εκπαίδευσης φυσικά δεν μπορεί παρά να παράγονται βάνδαλοι και κουκουλοφόροι.

 

            Σε αυτή την κατάσταση κοινωνικής διάλυσης, ανιχνεύεται η βασική αιτία που γέννησε την διάβρωση και την καταναλωτική υστερία. Υστερία που όπως αποδεικνύεται από τα άπειρα οικονομικά σκάνδαλα αυτής της περιόδου (της Μεταπολίτευσης), ακυρώνει τους όποιους ενδοιασμούς μπορούν να έχουν σχέση με τη νομιμότητα ή όχι του τρόπου απόκτησης χρημάτων. Όλα στο βωμό του Μολώχ και του Μεφιστοφελή με ζητούμενο ένα και μόνο πράγμα: την κατανάλωση.

 

            Συσσώρευση κινητών και ακινήτων, και σπατάλη χωρίς όρια, μήπως και αναπνεύσουμε από την ασφυξία της ισοπέδωσης. Απ’ την άλλη βέβαια, όσα κι αν αγοράσουμε ποτέ δεν θα ικανοποιηθεί η κερδοφορία των βιομηχανικών συγκροτημάτων, τα οποία δεν βολεύονται απλώς με αυτή την κατάσταση, αλλά την καλλιεργούν συστηματικά, εντείνοντας συνεχώς τον καταναλωτικό αποπροσανατολισμό με τη διαφήμιση.

 

            Η διαρκής διόγκωση της παραγωγής επιβάλλει τη διαρκή αύξηση της κατανάλωσης. Έτσι η παραγωγή δεν είναι πια απάντηση της κοινωνίας στις ανάγκες των ανθρώπων αλλά οι καταναλωτικές ανάγκες είναι αυτές που οφείλουν να παρακολουθούν την παραγωγή. Ο φαύλος αυτός κύκλος πρέπει όχι μόνο να συντηρείται αλλά και να διευρύνεται συνεχώς και από τα νέα προϊόντα να γεννιούνται συνεχώς νέες ανάγκες. Για αυτό και η διαφήμιση που αναλαμβάνει αυτή τη διαδικασία δεν αποσκοπεί στην προβολή προϊόντων, αλλά στην κατασκευή αναγκών. Η εικόνα παραπέμπει σε σκύλο που κυνηγάει την ουρά του που ποτέ δεν πιάνει.

 

Πρόκειται για μια κατάσταση καταναλωτικού ολοκληρωτισμού, μια διαστροφή που έχτισαν το κεφάλαιο και οι τοκογλύφοι στο όνομα του χρήματος. Όμως το χρήμα δεν είναι αιώνια κατηγορία και ως τέτοια φτάνει πια στα όριά της. Και τελικά το περί ισότητας ιδεολόγημα το μόνο που κατάφερε να επιτύχει, ήταν να κάνει τον επιχειρηματία και τον εργάτη δούλους στη δικτατορία του χρήματος των «γνωστών αγνώστων».  

 

Ο ανυπέρβλητος Έζρα Πάουντ στο περίφημο ποίημά του: «Με την τοκογλυφία», μαστιγώνει σκληρά την δικτατορία του χρήματος, τον υλισμό και την ισοπέδωση.

 

Η ανύψωση του ανθρώπου και η υπέρβαση της καταπίεσης που ασκεί πάνω του ο κόσμος των υλικών αντικειμένων, βρίσκεται στην απελευθέρωση από τις ιδέες της ανάγκης. Βρίσκεται στη συναίσθηση της θείας πληρότητας της κάθε στιγμής της ζωής που μας χαρίστηκε μόνο για ένα σκοπό: για να την ντύσουμε με το μη υλικό ρούχο μιας μηδέποτε αναλώσιμης ομορφιάς.

 

                                                                              ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΡΑΪΣΚΟΣ