ΜΕΡΟΣ 5ο
Εξέλιξη του Ισλαμικού Φονταμενταλισμού και
του Ριζοσπαστικού Ισλάμ
To
Ισλάμ δεν είναι απλώς και μόνο μια θρησκεία αλλά είναι επίσης μια συγκροτημένη
και στέρεα δομημένη Θεοκρατία, η οποία
πρεσβεύει ότι, πηγή των νόμων των ανθρώπινων κοινωνιών δεν πρέπει
να είναι οι άνθρωποι, αλλά ο ίδιος ο Θεός. Όμως δεν ασπάζονται όλοι
οι Μουσουλμάνοι την πεποίθηση ότι μοναδική πηγή των νόμων των ανθρωπίνων κοινωνιών
πρέπει να είναι η «Θεόσταλτη Σαρία». Ωστόσον
ανάμεσα στους Μουσουλμάνους, υπάρχουν ομάδες και κινήματα που επιδιώκουν την ανασύσταση του Παγκοσμίου Χαλιφάτου (khilāfa) του 7ου αιώνα μ.Χ και την εφαρμογή της σαρία ! Κατά τη μουσουλμανική παράδοση, ο κόσμος χωρίζεται σε δύο
«Οίκους»: στον Οίκο του Ισλάμ (Dar al lslam), όπου διοικούν οι Ισλαμικές κυβερνήσεις και
επικρατεί ο Ισλαμικός Νόμος και στον Οίκο του Πολέμου
(Dar al Harb),
στον υπόλοιπο κόσμο δηλαδή που εξακολουθεί να κατοικείται
και -το σημαντικότερο- να διοικείται από τους απίστους. Πρέπει συνεπώς, είτε όλος ο κόσμος να
υιοθετήσει τη μουσουλμανική πίστη, είτε να υποταγεί στη μουσουλμανική κυριαρχία. Αυτή η πάλη (τζιχάντ) των Μουσουλμάνων,
ο ιερός πόλεμος για την επικράτηση
του Ισλάμ, ξεκινάει μέσα από τον Οίκο του Θεού και συνεχίζεται προς τα έξω, ενάντια στον ίδιο άπιστο
εχθρό.
Όπως καταγράφεται στο Φετβά από τον Σεΐχη Ατιγιά Σακρ, πρώην επικεφαλής στην Επιτροπή Φετβάδων του Πανεπιστημίου
Αλ – Αζχάρ σχετικά με τους όρους Νταρ αλ – Χαρμπ και Νταρ αλ – Ισλάμ, αλλά και
από τον Καθηγητή Μουχάμαντ Ισάκ Ζαχίντ στο «Glossary of Islamic Terms» 1998, [Online Document-cited 2002, Apr 27], σύμφωνα με τον Αμπού Χανίφα,
Αμπού Χανίφα |
ιδρυτή της Σουνιτικής σχολής της «φικχ» (Ισλαμικής Νομολογίας)
Χαναφί, ο οποίος είναι ο επινοητής του όρου, οι απαιτήσεις ώστε μια χώρα να είναι μέλος του Νταρ αλ – Ισλάμ, έχουν
ως εξής:
1. Οι Μουσουλμάνοι πρέπει να είναι σε θέση
να απολαμβάνουν την ειρήνη και
την ασφάλεια με την χώρα αυτή και μέσα στη χώρα αυτή.
2. Η χώρα πρέπει να κυβερνάται από μια μουσουλμανική κυβέρνηση
3. Η χώρα έχει κοινά σύνορα με μερικές μουσουλμανικές χώρες.
2. Η χώρα πρέπει να κυβερνάται από μια μουσουλμανική κυβέρνηση
3. Η χώρα έχει κοινά σύνορα με μερικές μουσουλμανικές χώρες.
Εδώ επισημαίνεται ότι μέχρι τα μέσα του 10ου αιώνος,
η Σουνιτική θεολογία είχε αποκρυσταλλωθεί σε τέσσερις αναγνωρισμένες σχολές Ισλαμικής
Νομολογίας («φικχ»), νομικές σχολές ή ευρύτερα σχολές ισλαμικής
σκέψεις, τη Χαναφί (που προαναφέρθηκε), ονοματισμένη από τον λόγιο Αμπού Χανίφα
αν – Νουμάν ιμπν Θαμπίτ, τη Μαλικί ιδρυθείσα από τον Μαλίκ ιμπν Ανάς
Μαλίκ ιμπν Ανάς |
τον 8ο
αιώνα, τη Σαφιή ιδρυθείσα από τον Άραβα λόγιο Αλ Σαφιή
Μαλίκ ιμπν Ανάς |
τον πρώιμο 9ο
αιώνα και τη Χανμπαλί, ονοματισμένη από τον λόγιο Άχμαντ ιμπν Χανμπάλ,
Άχμαντ ιμπν Χανμπάλ |
οι οποίες δεν είχαν ιδιαίτερες διαφορές μεταξύ
τους.
Οι Απαρχές του Ισλαμικού Φονταμενταλισμού:
Κατά καιρούς το Ισλάμ αντιμετώπισε διάφορες κρίσεις ποικίλης
εκτάσεως και βαρύτητας, οι οποίες συνοδεύτηκαν από προσπάθειες να επιστρέψουν
οι ισλαμικές
κοινωνίες στις θεμελιώδεις αρχές, εκείνες που υπαγορεύονταν από την ερμηνεία του Κορανίου. Εμφανίστηκαν λοιπόν διάφορες
σέκτες μεταξύ των πιστών και σχολές ερμηνείας της Σαρία, που θεωρούσαν ότι
κατέχουν το κλειδί της ιερής σοφίας, διάφοροι Μουφτήδες και Ουλεμάδες
(ισλαμιστές λόγιοι), που διόρισαν
τους εαυτούς τους θεματοφύλακες της θρησκείας και εξέδιδαν κανονιστικές γνωμοδοτήσεις ή ιερονομικές ρήτρες,
κατακεραυνώνοντας ως αιρετικούς ή απίστους, όλους τους Μουσουλμάνους που
αρνούνταν να δεχθούν την δική τους
ιδιότυπη, εμμονική ή στενόμυαλη πρόσληψη της Σαρία. Σε τέτοιου είδους προσπάθειες, που ονομάστηκαν «αφυπνιστικά κινήματα»,
εντοπίζονται οι ρίζες του ισλαμικού φονταμενταλισμού.
To
πρώτο σημαντικό αφυπνιστικό ισλαμικό κίνημα εκδηλώθηκε στα τέλη του 13ου
αρχές του 14ου αιώνα και εμπνευστής του θεωρείται ο
Σεΐχης Άχμαντ ιμπν Ταϊμίγια (Άχμαντ
ιμπν Αμπντ αλ –Σαλαάμ ιμπν Αμπντουλά, Αμπού αλ-Αμπάς Τακί αλ-Ντιν ιμπν Ταϊμίγια
αλ-Χαράνι / 1263-1328).
Άχμαντ ιμπν Ταϊμίγια |
Ο Ιμπν Ταϊμίγια στο διασημότερο φετβά
του, γνωστό και ως «Φετβάς του Μάρντιν», (Φετφάς
ή Φετβάς ή Φατβάς, είναι η γνωμοδότηση του μουφτή - θρησκευτικού δικαστή των Μουσουλμάνων
ή
και μη θεολόγων ισλαμιστών δικηγόρων, όταν ο πολιτικός δικαστής, ο καδής, αδυνατεί να καταλήξει σε απόφαση επί ενός ζητήματος. Ο φετβάς σήμερα θεωρείται απολύτως
εφαρμοστέος κυρίως από τους σιίτες Μουσουλμάνους), καταδικάζει τους εξισλαμισθέντες
Μογγόλους κατακτητές της Εγγύς Ανατολής, (που ήδη
κατείχαν την Βαγδάτη, η οποία
αποτέλεσε -και αποτελεί διαχρονικά- το ενδοξότερο κέντρο της αραβικής
κουλτούρας και ισχύος κατά την εποχή
των Αββασιδών χαλιφών, από το 1258
όταν την εκπόρθησαν υπό τον Χουλαγκού Χαν), επειδή έσφαζαν και κατέστρεφαν εφαρμόζοντας τους δικούς τους ανθρώπινους
νόμους (τον κώδικα νόμων «γιάσα» που όρισε πρώτος ο Τσενγκίς Χαν) και όχι τον
ισλαμικό, τη σαρία.
Με τον φετβά ο Ιμπν
Ταϊμίγια καταδίκαζε αυτό το «κατά το ήμισυ Ισλάμ»
και τους «υποκριτές Μογγόλους», καλώντας τους «αληθινούς Μουσουλμάνους» να διεξαγάγουν ιερό
πόλεμο εναντίον των «αποστατών αυτών». Συνεπώς, ο ιερός πόλεμος που επικαλείται δεν έχει καμία σχέση με την
αυθαίρετη εσφαλμένη ερμηνεία του από εξτρεμιστικές ομάδες και από τον Οσάμα
Μπιν Λάντεν, ο οποίος διαρκώς αναφερόταν στον Ιμπν Ταϊμίγια όταν καλούσε τους Μουσουλμάνους
να ανατρέψουν τη μοναρχία στη Σαουδική Αραβία και να κηρύξουν ιερό πόλεμο
εναντίον των ΗΠΑ.
Θεσμικό
κύρος στη φιλειρηνική πλευρά του Ισλάμ, την απαλλαγμένη από μισαλλοδοξίες και
από τη σφραγίδα του ιερού πολέμου σε αντιδιαστολή προς την «ολέθρια ερμηνεία
και εφαρμογή της τζιχάντ από τον Μπιν Λάντεν», θέλησαν να προσδώσουν εξέχοντες
λόγιοι και μελετητές του Ισλάμ σε σύνοδο με τον τίτλο «Ο οίκος της ειρήνης»,
που πραγματοποιήθηκε το Σαββατοκύριακο 27 και 28 Μαρτίου 2010 στην πόλη
Μάρντιν, στα νότια της Τουρκίας.
Κύριο
αντικείμενο της συνόδου ήταν ο φετβάς του ιμάμη και νομοθέτη Άχμαντ Ιμπν
Ταϊμίγια (1263-1328), ο γνωστός «Φετβάς του Μάρντιν», που επανεξετάσθηκε για να
«καθαριστεί» από την «εσφαλμένη ερμηνεία» του από εξτρεμιστικές ομάδες και από
τον Μπιν Λάντεν, ο οποίος διαρκώς αναφέρονταν στον Ιμπν Ταϊμίγια όταν καλούσε
τους Μουσουλμάνους να ανατρέψουν τη μοναρχία στη Σαουδική Αραβία και να
κηρύξουν ιερό πόλεμο εναντίον των ΗΠΑ.
Στην «Κοινή Διακήρυξη
του Μάρντιν», της 28ης Μαρτίου 2010,
15 λόγιοι από τη Σαουδική Αραβία, την Αίγυπτο, την Ιορδανία, την
Τουρκία, την Ινδία, τη Σενεγάλη, το Κουβέιτ, το Ιράν, το Μαρόκο, την Ινδονησία,
τη Βοσνία, τη Μαυριτανία, την Υεμένη και άλλες χώρες, αποφαίνονται ότι ο φετβάς
του Ιμπν Ταϊμίγια αποκηρύσσει τη βία, καθώς και τον διαχωρισμό του κόσμου σε
«Οίκο του Ισλάμ» και «Οίκο των απίστων».
Mrdin Conference |
«Παρερμηνεύει
το φετβά όποιος αναζητεί σε αυτόν έρεισμα για τη δολοφονία Μουσουλμάνων ή μη Μουσουλμάνων.
Δεν εναπόκειται στην κρίση μεμονωμένου Μουσουλμάνου ή μουσουλμανικής ομάδας η
κήρυξη πολέμου ή η διεξαγωγή ιερού πολέμου», αναφέρεται στη διακήρυξη, που
καταλήγει με έκκληση προς Μουσουλμάνους λογίους να επεκτείνουν τις έρευνές
τους, ώστε μεσαιωνικοί φετβάδες επί δημοσίων θεμάτων να γίνουν κατανοητοί με
βάση το χρονικό και ιστορικό τους πλαίσιο.
Ο Ταϊμίγια εναντιώθηκε επίσης και στο σουφισμό και επέμεινε ότι
κάθε παρόμοια «μη ισλαμική» παράδοση έπρεπε
να σταματήσει. Ο μουσουλμανικός κόσμος, δίδασκε ο Ταϋμίγια, έπρεπε να
κυβερνηθεί σύμφωνα με την αυστηρή εφαρμογή του ισλαμικού νόμου που βρίσκεται στο Κοράνιο.
Ριζοσπαστικό - Πολιτικό Ισλάμ: To ριζοσπαστικό Ισλάμ
περιλαμβάνει τον Ισλαμισμό ή Πολιτικό Ισλάμ, καθώς και το κίνημα των Σαλαφιστών
το οποίο επικεντρώνει την προσοχή του περισσότερο στο
θεολογικό δόγμα και όχι τόσο στη πολιτική πτυχή του Ισλάμ. Στην
ευρύτερη περιοχή του ριζοσπαστικού Ισλάμ, ανήκουν οι
Ουαχαμπίτες (Wahhabis) –
όπως αποκαλούν οι Δυτικοί αναλυτές και οι μη Σαλαφιστές Μουσουλμάνοι,
οι Σαλαφιστές της Σαουδικής Αραβίας- οι Ντεομπάντις (Deobandis), οι Ταλιμπάν και οι Σαλαφιστές
Τζιχαντιστές (Salafi Jihadists).
To
Κίνημα του Ουαχάμπ: Toν 18ο αιώνα ο αραβικός κόσμος
βρισκόταν υπό την κυριαρχία των Οθωμανών ηγεμόνων, οι οποίοι μετά την
κατάλυση του χαλιφάτου των Αββασιδών του Καΐρου, είχαν
σφετεριστεί τον τίτλο του χαλίφη για να προσδώσουν στο αξίωμά τους και
την θρησκευτική εξουσία. Όμως πολλοί Άραβες πίστευαν ότι το οθωμανικό
χαλιφάτο ήταν διεφθαρμένο. Τότε στη
Σαουδαραβία δημιουργήθηκε ένα κίνημα, που
τα μέλη του έγιναν γνωστά ως Ουαχαμπίτες, από το όνομα του ιδρυτή του, Μοχάμαντ
ιμπν Αμπντ-αλ-Ουαχάμπ.
Μοχάμαντ ιμπν Αμπντ-αλ-Ουαχάμπ |
Ο
Ουαχάμπ γεννήθηκε στην Αλ-Ουγιέϊνα, μια κωμόπολη κοντά στο Ριάντ της σημερινής
Σαουδικής Αραβίας. Σπούδασε στην Μπάσρα, στη Μέκκα και στη Μεδίνα. Ταξίδεψε για πολλά χρόνια στις μουσουλμανικές
χώρες, όπου διαπίστωσε ότι κατά
τόπους υπήρχαν διαφορετικές θρησκευτικές
παραδόσεις. Επιστρέφοντας στη γενέτειρά του το 1740, έγραψε το «Κιτάμπ
ατ-Ταουχίντ» / «Βιβλίο της Ενότητος και Μοναδικότητος – του Θεού-» (κυριολεκτικά η λέξη σημαίνει
«ενοποίηση», «ένωση» ή «συνδυασμός»),
Κιτάμπ ατ-Ταουχίντ |
που απετέλεσε το θεμελιώδες κείμενο του κινήματος του,
για την επιστροφή σε μια αυθεντικότερη μορφή του Ισλάμ. Ο Ουαχάμπ δίδασκε στους
οπαδούς του την υπέρτατη αξία που έχει ο μονοθεϊσμός για το Ισλάμ και
τη σημασία που έχει η καταπολέμηση του παγανισμού. Επίσης
πίστευε ότι η απλή πίστη στον ένα και μοναδικό Θεό δεν
ήταν αρκετή και θα έπρεπε οι πιστοί Μουσουλμάνοι να διάγουν έναν αγνό ισλαμικό
βίο.
Ακολουθώντας τα ίχνη του Ταϊμίγια (Σχολή σκέψης
Χανμπαλί), ο Ουαχάμπ θεωρούσε ότι η
λατρεία των Αγίων του Ισλάμ, οι επισκέψεις σε τάφους και η κατασκευή μνημείων ήταν πράξεις
ειδωλολατρίας. Ο Ουαχάμπ επίσης κατηγορούσε
τους άλλους Μουσουλμάνους ως αιρετικούς και αποστάτες, «απίστους και
αποσυναγώγους» (τακφίρ). Η έννοια του τακφίρ, αποτελεί μια
δυνητικά άκρως επικίνδυνη πτυχή της ισλαμικής σκέψης, η οποία αποτελεί βασικό στοιχείο της ιδεολογίας της Αλ Κάϊντα.
Εξ αιτίας των ιδεών του, αλλά κυρίως εξ
αιτίας των ακροτήτων που επέβαλε η εφαρμογή τους, ο Ουαχάμπ
εξορίστηκε από την πόλη του. To
1744 συναντήθηκε με τον ηγεμόνα της Σαουδικής Αραβίας,
Μοχάμεντ ιμπν Σαούντ, ο οποίος εντυπωσιάστηκε ιδιαίτερα από τις
θεωρίες του Ουαχάμπ και τις εφήρμοσε στη χώρα του, Κατ' αυτόν τον τρόπο, η
Σαουδική Αραβία έγινε το πρώτο ισλαμικό
φονταμενταλιστικό κράτος
στον κόσμο. Σήμερα το συμπαγές θρησκευτικό κατεστημένο των
Ουαχαμπιτών στη Σαουδική Αραβία αποτελεί τον ισχυρό βραχίονα του καθεστώτος των
Σαούντ.
To
Ισλαμικό Κίνημα: Ο Ισλαμισμός ως
κίνημα έχει τις απαρχές του στην Αίγυπτο του 19ου αιώνα. Οι πρώτοι
Αιγύπτιοι Ισλαμιστές υπεστήριξαν το ιδεολόγημα του Παν-Ισλαμισμού ως ένα είδος
αντίστασης στην Ευρωπαϊκή αποικιοκρατία. Οι πλέον σημαντικοί εκπρόσωποι του
κινήματος αυτού ήσαν ο Σαγίντ Τζαμάλ αντ-Ντιν αλ Αφγκάνι (1837-1897)
Σαγίντ Τζαμάλ αντ-Ντιν αλ Αφγκάνι |
και ο μαθητής του Μουχάμαντ Αμπντού (1849-1905).
Μουχάμαντ Αμπντού |
Ο
Αλ-Αφγκάνι στην προσπάθεια του να
ενώσει το μουσουλμανικό κόσμο ίδρυσε το Ισλαμικό Κίνημα. Ενθάρρυνε την
επαναφορά της σαρία, που αποτελεί τον προσωπικό κώδικα συμπεριφοράς κάθε Μουσουλμάνου και ταυτόχρονα το
νομικό σύστημα διακυβέρνησης των φανατικών μουσουλμανικών χωρών. Ο σύγχρονος ισλαμικός φονταμενταλισμός που
γεννήθηκε ως αντίδραση στην απειλή της δυτικής οικονομικής και πολιτιστικής κυριαρχίας, έχει τις ρίζες του σ'
εκείνη την εποχή.
Οπαδός του Αμπντού ήταν ο Ρασίντ Ριντά (1865-1935).
Ρασίντ Ριντά |
Ο Ριντά πίστευε ότι η αδυναμία του Μουσουλμανικού κόσμου έναντι
της Δύσης θα μπορούσε να ανατραπεί μόνο αν
οι Μουσουλμάνοι επιστρέψουν σε αυτό που έβλεπε ως «αληθινό Ισλάμ». Ένα Ισλάμ καθαρό από παγανιστικές και
Δυτικές επιρροές. Όπως αυτό που
ασκούσε η πρώτη γενιά των Μουσουλμάνων, οι λεγόμενοι σάλαφ («πρόγονοι»).
Οι σάλαφ λοιπόν πρέπει να είναι τα πρότυπα
του πιστού Μουσουλμάνου. Για αυτό το λόγο και πολλοί αναλυτές στη Δύση χαρακτήρισαν το
κίνημα των Σαλαφιστών ως «φονταμενταλισμό» -
«θεμελιοκρατία» με την έννοια ότι επιδιώκουν την επιστροφή στις θεμελιώδεις αρχές
και αξίες του Ισλάμ. Οι Σαλαφιστές,
δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην Ισλαμική θεολογία και λιγότερο στη
κοινωνικο-πολιτική πτυχή του Ισλάμ. Δευτερευόντως, οι Σαλαφιστές θεωρούν πως πρέπει να επιδιώξουν την εγκαθίδρυση ενός Ισλαμικού κράτους που θα κυβερνάται σύμφωνα
με το Νόμο της Σαρία.
Ένα άλλο κίνημα που ανήκει στο ριζοσπαστικό Ισλάμ και που είναι
λιγότερο γνωστό από τα προηγούμενα είναι
αυτό των Ντεομπάντις.
Ντεομπάντις |
To
κίνημα αυτό γεννήθηκε το 1866, στην Ινδία στη πόλη Ντεομπάντ από όπου πήρε και
το όνομά του και όπου βρίσκεται η σχολή Νταρούλ Ουλούμ Ντεομπάντ. Οι Ντεομπάντις
πρεσβεύουν ότι ο σωστός Μουσουλμάνος
πρέπει να είναι πρώτα πιστός στο Ισλάμ και μετά
στη χώρα της οποίας είναι πολίτης ή κάτοικος. Επίσης, οι Ντεομπάντις αναγνωρίζουν μόνο τα θρησκευτικά σύνορα της ούμμα και
όχι τα εθνικά σύνορα, ενώ έχουν την υποχρέωση να ασκούν το τζιχάντ
προκειμένου να προστατέψουν τους αδελφούς
τους Μουσουλμάνους που κινδυνεύουν σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου. Οι
Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, είναι επίσης ένα κίνημα που επηρεάστηκε από τις αρχές των Ντεομπάντις. Τα ιεροδιδασκαλεία (madrasas) των
Ντεομπάντις στο Πακιστάν ήσαν τα φυτώρια στα οποία γαλουχήθηκαν οι νεαροί
μαθητές (talib)
που δημιούργησαν το κίνημα των Ταλιμπάν.
Πολιτικό Ισλάμ:
Στην περίοδο που ακολούθησε την κατάρρευση της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας σχηματίστηκαν πολλές ισλαμικές οργανώσεις, με σκοπό να αντισταθούν στη δυτική
κυριαρχία. Μία τέτοια οργάνωση, ήταν η «Μουσουλμανική Αδελφότητα», («Τζαμάατ
αλ-Ιχβάν αλ-Μουσλιμούν» - «Η Κοινωνία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας»)
Η Κοινωνία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας |
που
ιδρύθηκε στην Αίγυπτο το 1928 από τον Σεΐχη
Χασάν Άχμεντ Αμπντέλ Ραχμάν Μουχάμαντ
αλ-Μπάνα (1906-1949), ο οποίος κατά
μία έννοια ήταν και ο εμπνευστής του σύγχρονου ισλαμιστικού κινήματος ή
Πολιτικού Ισλάμ.
Χασάν Άχμεντ Αμπντέλ Ραχμάν Μουχάμαντ αλ-Μπάνα |
Ο
Αλ-Μπάνα (Σαλαφιστής και επίσης μέλος του Σουφικού τάγματος Χασαφίγια), ήταν
άνθρωπος με εξαιρετική θεολογική στοιχείωση, θεωρούσε δε ότι το κλειδί για να αναγεννηθεί
το Ισλάμ ήταν η αντίσταση στις κοσμικές ιδέες της Δύσης και η προώθηση του Ισλάμ ως πολιτικής ιδεολογίας. Επί δύο δεκαετίες ο Αλ-Μπάνα εργάστηκε πυρετωδώς προκειμένου να
σφυρηλατήσει το κίνημα του και να προωθήσει τις ιδέες του. (Εξαιρετική αντίστοιχη
αναφορά στο «The Islamic Threat, Myth or Reality», του Καθηγητή Esposito, από τις εκδόσεις Oxford University Press, Νέα Υόρκη, 1999,
σελίδες 52-73 και στο «Unholy War: Terror in the Name of Islam»,του
ίδιου από τις ίδιες εκδόσεις, το 2002.).
Η Μουσουλμανική Αδελφότητα συνεργάστηκε στενά
με διάφορες ομάδες και κοινωνικές οργανώσεις, επιδιώκοντας να επηρεάσει τους
υπάρχοντες ακτιβιστές με τις ριζοσπαστικές της ιδέες. Το 1952 η Αδελφότητα υπεστήριξε
το κίνημα των «Ελεύθερων Αξιωματικών» υπό την ηγεσία του Νάσερ στην
Αίγυπτο. Μετά την κατάληψη όμως της εξουσίας από το Νάσερ,
το νέο καθεστώς εξεκίνησε …. διώξεις κατά
των Αδελφών Μουσουλμάνων. Πολλοί «Αδελφοί» έφυγαν από την Αίγυπτο και μετενάστευσαν
στη Δυτική Ευρώπη, κυρίως στη Γερμανία και στη Γαλλία, ενώ κάποιοι άλλοι βρήκαν
καταφύγιο στη Σαουδική Αραβία και στα κράτη του Κόλπου. Σήμερα, πολλές
ισλαμικές οργανώσεις στην Ευρώπη, ιδεολογικά ανήκουν στο ευρύτερο παγκόσμιο
δίκτυο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, χωρίς
να αποτελούν και τυπικά μέλη της. Η
πιο γνωστή Ευρωπαϊκή
οργάνωση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας
είναι η FIOE («Federation of Islamic Organizations in Europe»).
Federation of Islamic Organizations in Europe |
Πρωτοπόρος στην προσπάθεια εκείνης της περιόδου (δεκαετίες
1950-60) αναδείχτηκε ο Σαγιέντ Κουτμπ ή Κουτούμπ (1906-1966), ο θεωρητικός της
Αδελφότητας, ο «Τρότσκυ του Ισλαμισμού»,
όπως αποκαλείται.
Σαγιέντ Κουτμπ ή Κουτούμπ |
Ο
Κουτμπ αποτελεί τον
εκφραστή του ακραίου Πολιτικού Ισλάμ. Ήταν ουσιαστικά ο πρώτος
σύγχρονος Ισλαμιστής που μίλησε ανοιχτά για την αναγκαιότητα του τζιχάντ, προκειμένου να εγκαθιδρυθεί το Ισλαμικό κράτος. Ο Κουτμπ και οι οπαδοί
του αποτελούσαν τη πιο ριζοσπαστική και
ακραία πτέρυγα του κινήματος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Τα βιβλία του στις
αρχές της δεκαετίας του 1960 - ειδικά το «Στη σκιά του Κορανίου» (Fi Zilal al-Quran)
Fi Zilal al-Quran |
και το διάσημο «Ορόσημα κατά μήκος του
δρόμου» [ή «Πινακίδες στην οδό»» ή απλά «Ορόσημα» (Ma'alim fi al-Tariq),
Ma'alim fi al-Tariq |
ένα σπουδαίο μικρό βιβλίο,
μεγάλης επιρροής, με 12 κεφάλαια και 160 σελίδες, που οι Daniel Benjamin και Steven Simon στην σελίδα 63 του βιβλίου τους «The Age of Sacred Terror», εκδόσεις Random House, Νέα
Υόρκη, 2002 αποκαλούν «ένα από τα βιβλία μεγίστης επιρροής στην αραβική κατά
τον προηγούμενο μισό αιώνα»] – άσκησαν
και ασκούν μεγάλη επιρροή στους ριζοσπάστες Μουσουλμάνους
των επομένων δεκαετιών.
Ο Κουτμπ πίστευε ότι μετά το θάνατο του Προφήτη ο κόσμος είχε σταδιακά περιέλθει σε
κατάσταση «τζαχιλίγια», δηλαδή παγανιστικής
άγνοιας. (Πιθανόν o
πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο «τζαχιλίγια» ήταν ο ιμπν Ταϊμίγια για να
περιγράψει τους οπισθοδρομικούς της
σύγχρονής του μουσουλμανικής κοινότητας. Τον 20ο αιώνα έγραψε γι' αυτόν τον όρο ο ινδός
ισλαμιστής συγγραφέας, Σαγιέντ Αμπούλ Αλά Μαουντούντι, τον έκανε όμως δημοφιλή ο Κουτμπ με τα «Ορόσημα»).
Γι'
αυτό καθήκον κάθε Μουσουλμάνου ήταν
να καταστρέψει αυτό τον κόσμο και να χτίσει πάνω στα ερείπιά του ένα γνήσιο ισλαμικό κράτος. Ο Κουτμπ εκτελέστηκε με
απαγχονισμό από την αιγυπτιακή κυβέρνηση το 1966 για την πολιτική του δράση.
Η
πολιτικοκοινωνική ιδεολογία του Ισλαμισμού του Κουτμπ και το υπερσυντηρητικό, ηθικολογικό και σφοδρά μισαλλόδοξο
Ισλάμ των Ουαχαμπιτών της Σαουδικής Αραβίας, απετέλεσαν τη μήτρα από την οποία
γεννήθηκε η Αλ-Κάϊντα και ο σύγχρονος Σαλαφιστικός Τζιχαντισμός (Salafi Jihadism) ή όπως είναι γνωστός και
ως Τακφιρικός Τζιχαντισμός (Takfiri Jihadism). Οι τακφιρικοί τζιχαντιστές παθιασμένοι
οπαδοί της έννοιας του takfir που περιγράψαμε παραπάνω, δεν δίστασαν και δεν διστάζουν να
σκοτώσουν όλους όσους χαρακτηρίζουν
ως αιρετικούς και αποστάτες του, σύμφωνα με αυτούς, αυθεντικού Ισλάμ. Η πεποίθηση του Κουτμπ ότι η βία ήταν απαραίτητο στάδιο για την πορεία προς τη δημιουργία ενός γνήσιου ισλαμικού κράτους υιοθετήθηκε αργότερα από το συμπατριώτη του Μουχάμαντ αμπντ-αλ-Σαλάμ Φαράτζ,
Μουχάμαντ αμπντ-αλ-Σαλάμ Φαράτζ |
ένα ριζοσπάστη ισλαμιστή θεωρητικό που καθοδήγησε τον κλάδο της ομάδας ισλαμιστών «αλ
Τζιχάντ» στο Κάϊρο και προσέφερε μια σημαντική συμβολή στην ανύψωση του ρόλου της τζιχάντ
στο ριζοσπαστικό Ισλάμ
με το φυλλάδιό του το 1981 «Παραμελημένη Υποχρέωση» (Αλ Φαρίντα αλ
Γκαΐμπα («Ξεχασμένο Καθήκον» / «Αγνοημένη Εντολή»). Ο Φαράτζ θεωρεί τον τζιχάντ ως έκτο
πυλώνα του Ισλάμ, ως ένα
«φαρντ αλ αΐν» (εξαναγκαστικό
θρησκευτικό καθήκον) που πρέπει να ικανοποιηθεί άμεσα. Ο Φαράτζ υπερτόνισε ως εξόχως
καθοριστική την έννοια του «βίαιου αγώνα» ή
«ιερού πολέμου» που εμπεριέχεται στο θρησκευτικό καθήκον του τζιχάντ. Έλεγε ότι ήταν πρωταρχικό καθήκον των Μουσουλμάνων
να χρησιμοποιούν βία ενάντια στους
εχθρούς του Ισλάμ και για το λόγο αυτό θα ανταμείβονταν με μια θέση στον παράδεισο. To 1982 ο Φαράτζ εκτελέστηκε
για την εμπλοκή του στη δολοφονία του προέδρου της Αιγύπτου, Ανουάρ Σαντάτ το
1981.
Μια πολύ σημαντική ισλαμιστική οργάνωση είναι η Τζαμάατ ε Ισλάμι («Ισλαμική Κοινωνία»).
Ισλαμική Κοινωνία |
H οργάνωση αυτή ιδρύθηκε ως πολιτικό κόμμα το 1941 στην
τότε Βρετανική Ινδία από τον
Ισλαμιστή Πακιστανό διανοούμενο και δημοσιογράφο Σαγιέντ Αμπούλ Αλά Μαουντούντι
(1903-1979).
Σαγιέντ Αμπούλ Αλά Μαουντούντι |
To 1927 o Μαουντούντι έγραψε το βιβλίο «Jihad in Islam», στο οποίο εξέφρασε την
άποψη ότι ο ρόλος του τζιχάντ είναι να καθιερώσει το Ισλάμ ως πολιτική
ιδεολογία. To
τζιχάντ αποτελούσε για τον Μαουντούντι έναν «ιερό πόλεμο» που
πρώτα δίνει κανείς εναντίον του εαυτού του, μια πάλη με τους πειρασμούς. Έδωσε
έναυσμα σε πιο ριζοσπαστικούς θεωρητικούς να υιοθετήσουν
την τυφλή βία αφού επιβεβαίωσε ότι «το Ισλάμ είναι μια παγκόσμια επανάσταση
και οφείλει να επεκταθεί και να επικρατήσει, αφού αυτό είναι το θέλημα του Θεού»,
αλλά ο ίδιος ο Μαουντούντι δεν προσυπέγραφε σε έναν πόλεμο των «ενωμένων Μουσουλμάνων»
κατά των «απίστων και των σταυροφόρων».
Πίστευε στην ειρηνική επικράτηση
του πολιτικού Ισλάμ, μέσω της «ανωτερότητάς» του και της «ισλαμικής
εκπαίδευσης» της κοινωνίας. Στα γραπτά του υπεστήριξε ότι η ισλαμική σαρία ήταν
το τέλειο νομικό σύστημα και με ορθή εφαρμογή θα αποτελούσε το νομικό πλαίσιο της «δημοκρατοθεοκρατίας», την
οποία πίστευε ως το τέλειο πολίτευμα. Μετά το διαμελισμό της Βρετανικής Ινδίας
το 1947 σε τρεις περιοχές, το Δυτικό
Πακιστάν, την Ινδία και το Ανατολικό Πακιστάν (το σημερινό Μπανγκλαντές), οι προσπάθειες του Μαουντούντι στράφηκαν
στο να μετατρέψει το Πακιστάν σε
Ισλαμικό κράτος. Η βασική παρακαταθήκη του Μαουντούντι μέχρι σήμερα είναι ότι
μέσω των βιβλίων του εκλαΐκευσε την ισλαμιστική ιδεολογία έτσι ώστε να μπορεί
να γίνει πιο κατανοητή και εύκολα αποδεκτή από τον απλό Μουσουλμάνο.
To
Παλαιστινιακό Ζήτημα: To 1948 ιδρύθηκε στα πρώην βρετανικά εδάφη της
Παλαιστίνης το εβραϊκό κράτος του Ισραήλ. Σύντομα ξέσπασε πόλεμος ανάμεσα
στο νεοσύστατο κράτος και τις γειτονικές αραβικές χώρες, που αντέδρασαν στην ίδρυσή του.
Εξαιτίας του πολέμου, πολλοί Παλαιστίνιοι Άραβες εγκατέλειψαν τις εστίες τους και εγκαταστάθηκαν σε
προσφυγικούς καταυλισμούς στη Συρία, τον Λίβανο και την Ιορδανία, καθώς
και σε εδάφη της Παλαιστίνης, στις περιοχές δηλαδή της Δυτικής Όχθης και της
Λωρίδας της Γάζας To 1967, στη σύρραξη που έμεινε
γνωστή στην ιστορία ως ο «Πόλεμος των Έξι Ημερών», το Ισραήλ με μία προληπτική
συνδυασμένη επίθεση εναντίον των γειτονικών αραβικών κρατών, κατέλαβε τη
Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, που από τότε ονομάζονται «κατεχόμενα», καθώς και τα υψώματα του Γκολάν από τη Συρία και τη χερσόνησο
του Σινά από την Αίγυπτο, την οποία όμως απώλεσε το 1973 μετά τον
«Πόλεμο της Εξιλεώσεως». Ο πόλεμος, που
είχε ως αποτέλεσμα την επέκταση του Ισραήλ, προκάλεσε στον
αραβικό κόσμο ακόμα μεγαλύτερο μίσος, με αποτέλεσμα πολλοί Άραβες να ταχθούν στον αγώνα για την απελευθέρωση
της Παλαιστίνης.
Αρχίζει πλέον η ανάπτυξη των
αγωνιστικών ισλαμικών ομάδων που θέτουν άμεσους πολιτικούς
στόχους, κυρίως την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας. Οι αραβικές χώρες πλημμυρίζουν
από ριζοσπαστικές ισλαμικές οργανώσεις. Η κλιμακούμενη πάλη εναντίον του Ισραήλ
παρείχε ένα κοινό σκοπό, μία αίσθηση ενότητας μεταξύ των Αράβων εθνικιστών
και των ισλαμιστών. Ορθότατα έχει επισημανθεί (John Louis Esposito : «The Islamic Threat, Myth or Reality», εκδόσεις Oxford University Press, Νέα Υόρκη, 1999,
σελίδα 71) : «Η
απελευθέρωση της Παλαιστίνης συμβόλιζε τον αγώνα, το μεγάλο τζιχάντ, ενάντια στο δυτικό ιμπεριαλισμό».
Η
Ιρανική Επανάσταση: To 1979 στο Ιράν, έγινε μια ριζοσπαστική
επανάσταση, όπου οι Μοτζαχεντίν και οι Φενταγίν διεκδικούσαν μια εξισωτική,
σοσιαλιστική (μαρξιστικού τύπου) κοινωνία. Οι εκτεταμένες ταραχές και
οι βίαιες διαδηλώσεις που συντάραζαν όλο το Ιράν το 1978, υποχρέωσαν το Σάχη να
εγκαταλείψει τη χώρα τον Ιανουάριο του 1979. με την οικογένειά του. Τα κόμματα της
αντιπολίτευσης ενώθηκαν ορίζοντας νέο ηγέτη τον «Αγιατολάχ» Ρουχολά Μουσάβι Χομεϊνί
(1902-1989),
«Αγιατολάχ» Ρουχολά Μουσάβι Χομεϊνί |
ο οποίος την
1η Φεβρουαρίου του ίδιου έτους επέστρεψε από
την εξορία στο Ιράν δύο εβδομάδες αργότερα. Κατά την άφιξή του, εκατομμύρια
πολίτες που συγκεντρώθηκαν στο αεροδρόμιο τού επιφύλαξαν θερμή υποδοχή. Ο Χομεϊνί
ανέλαβε την εξουσία και κλιμακωτά επέβαλε
την αυστηρή εφαρμογή της σαρία σε όλες της
πτυχές της ζωής των Ιρανών.
«Αγιατολάχ» Ρουχολά Μουσάβι Χομεϊνί |
Κατά τις
τελευταίες ημέρες της επανάστασης, οργάνωσε ένα Επαναστατικό Συμβούλιο και μια
Κεντρική Επιτροπή με σκοπό τον καθορισμό μιας μεταβατικής κυβέρνησης. Στις 4
Φεβρουαρίου διόρισε πρωθυπουργό τον Μεχντί Μπαζαργκάν
Μεχντί Μπαζαργκάν |
και ενώ
η κυβέρνηση του Μπαχτιάρ ήταν κατά το σύνταγμα ακόμα στην εξουσία. Η προσωρινή
κυβέρνηση πήρε τον έλεγχο της διοίκησης, της αστυνομίας και του στρατού,
παρέμενε ωστόσο υπό τις προσταγές του Επαναστατικού Συμβουλίου το οποίο σύντομα
εξελίχθηκε στο κυρίαρχο πολιτικό κέντρο της μετεπαναστατικής περιόδου. Το
αποτελούσαν 15 μέλη της επιλογής του Χομεϊνί, μεταξύ αυτών και ο Μπαζαργκάν, η
πλειοψηφία των οποίων ανήκε στο χώρο των φονταμενταλιστών κληρικών και
ασπαζόταν την ισλαμική ιδεολογία του Χομεϊνί.
Επιτροπές
θρησκευτικού χαρακτήρα άρχισαν να πραγματοποιούν περιπολίες με σκοπό την
επιβολή του ισλαμικού κώδικα συμπεριφοράς και εμφάνισης, ενώ παρόμοια δράση
είχε καθόλη τη διάρκεια του 1979 και μια ανεπίσημη θρησκευτική πολιτοφυλακή -
τα μέλη της οποίας είναι γνωστά ως «Φρουροί της Επανάστασης» / Pasdaran.
Pasdaran |
Ο
Αγιατολάχ ήταν ο κορυφαίος θεωρητικός του σιϊτικού φονταμενταλισμού
και ιδρυτής του μόνου θεοκρατικού ισλαμικού κράτους στον κόσμο : Το τελικό κείμενο του νέου ιρανικού
συντάγματος ενσωμάτωνε
τη Σιιτική αρχή του «βελαγιάτ-ι φακίχ»,
δηλαδή της εξουσίας από τον κλήρο, που βρίσκει εφαρμογή στον θεσμό του
«Υπέρτατου Ηγέτη», στον οποίο δίνεται απόλυτη εξουσία επί όλων των μορφών της
εξουσίας.
Ο Ισλαμικός
Φονταμενταλισμός Σήμερα: Η αχαλίνωτη έξαρση της σύγχρονης ισλαμικής μαχητικότητας κρύβει πολυποίκιλα ισχυρά αίτια
όπως οι πολιτικές και οικονομικές αποτυχίες των αραβικών κυβερνήσεων στη μετα-αποικιακή περίοδο, το
παλαιστινιακό ζήτημα, αλλά και τα
εριστικά κείμενα που προτρέπουν σε ενεργό δράση, γραμμένα από φανατικούς και
αφοσιωμένους ισλαμιστές όπως ο Σαγιέντ Κουτμπ. Από το 1979, ο ισλαμικός
φονταμενταλισμός αποτελεί σημαντικό παράγοντα εξελίξεων σ' ολόκληρο τον κόσμο. To Ισλάμ είναι ωστόσο, μια
ειρηνική θρησκεία. Ο ισλαμισμός, ή η «ισλαμική αφύπνιση», γίνεται κατανοητός
από πολλούς στο μουσουλμανικό κόσμο ως μια δύναμη θετική.
Οργανώσεις όπως η Μουσουλμανική Αδελφότητα, παρότι
στο παρελθόν είχαν αναμειχθεί με την
τρομοκρατία, προσπαθούν τώρα να επιτύχουν τους σκοπούς τους, αποκτώντας
πολιτική δύναμη με τη συμμετοχή τους σε δημοκρατικές διαδικασίες ή με
κοινωνικές επαναστάσεις στο πλαίσιο ιστορικών κινημάτων και πολιτικοϊδεολογικών
ρευμάτων όπως η «Αραβική Άνοιξη». Ο ρόλος
τους είναι να πιέζουν με κάθε είδους ειρηνικά μέσα τις κυβερνήσεις τους για να
εφαρμοστεί ο ισλαμικός νόμος, καθώς
επίσης και να επαναφέρουν στην αληθινή πίστη όσους έχουν απομακρυνθεί από αυτήν. Πρόσφατο παράδειγμα υπήρξε η
Αίγυπτος, όπου μετά την πτώση του
καθεστώτος Μουμπάρακ, η Μουσουλμανική Αδελφότητα επιδίωξε και φευγαλέα
επέτυχε τη συμμετοχή της στην εξουσία. Παρ' όλα αυτά, στη αντίληψη των Δυτικών,
ο ισλαμικός φονταμενταλισμός συνεχίζει να συνδέεται στενά και να εξισώνεται
λανθασμένα, με την τρομοκρατία, καθώς
σκληροπυρηνικές και ακραίες οργανώσεις όπως η Χαμάς -«Ισλαμικό Κίνημα Αντίστασης», η Χεζμπολάχ - «Κόμμα του Θεού» και
ο «Παλαιστινιακός Ισλαμικός Τζιχάντ», συνεχίζουν να προβαίνουν σε ακραίες
ενέργειες. Για το Ισλαμικό Κράτος - ISIS δεν θα αναφέρουμε κάποια στοιχεία,
Ισλαμικό Κράτος - ISIS |
δεδομένου ότι η υπάρχουσα κειμενογραφία είναι διαρκώς και ραγδαία διογκούμενη σε καθημερινή
βάση , ενώ δεν έχουν αποτυπωθεί επαρκώς τα αληθινά αιτιογενετικά και δομικά του
χαρακτηριστικά. Έτσι, σε εύθετο χρόνο θα αποτελέσει χωριστό αντικείμενο. Εδώ θα
περιοριστούμε σε μια συνοπτική
παρουσίαση του εν λόγω προβλήματος.
Το
«Islamic State of Iraq and Syria»
(ISIS) ή «Islamic
State of Iraq and the Levant» (ISIL), Ισλαμικό Κράτος (αραβικά: αντ-νταουλάτ
αλ-ισλαμίγια), αρχικά γνωστό ως Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε (ο
όρος «Λεβάντε» αναφέρεται επίσης ως «Ανατολή», «Συρία» ή «Αλ-Σαμ») είναι μία
ενεργή τζιχαντιστική τρομοκρατική οργάνωση του Ιράκ και της Συρίας.
Στις
29 Ιουνίου 2014 ανακήρυξε μονομερώς την ίδρυση χαλιφάτου, σε μια έκταση που
περιέχει περιοχές της Συρίας και του Ιράκ, ορίζοντας στην θέση του «χαλίφη» και
«ηγέτη των απανταχού μουσουλμάνων» τον επικεφαλής της, Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκντάντι
(γνωστό έκτοτε ως «Χαλίφης Ιμπραήμ»).
Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκντάντι |
Στους
στόχους της οργάνωσης είναι η περαιτέρω εξάπλωση του «χαλιφάτου» μελλοντικά σε
περιοχές στον Λίβανο, όπου έχει πραγματοποιήσει στο παρελθόν τρομοκρατική
επίθεση, την Ιορδανία, το Ισραήλ, την Παλαιστίνη, το Κουβέιτ, την Τουρκία, την
Κύπρο και τα Βαλκάνια, όπου βεβαίως βρίσκεται η Ελλάδα.
ΧΑΡΤΗΣ ΤΩΝ ΒΛΕΨΕΩΝ ΕΠΕΚΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ISIS,
ΟΠΟΥ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΚΑΙ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ
Η
ίδρυση της οργάνωσης φαίνεται να πραγματοποιήθηκε στα πρώτα χρόνια του πολέμου
του Ιράκ, ενώ ανέπτυξε δεσμούς με την Αλ Κάιντα. Αργότερα η οργάνωση εμπλέχτηκε
και στον Συριακό Εμφύλιο Πόλεμο. Η κεντρική διοίκηση της Αλ Κάιντα, τον
Φεβρουάριο του 2014, αποκήρυξε την οργάνωση Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της
Ανατολής, εξαιτίας της σύγκρουσης της τελευταίας με την Αλ Νούσρα, παρακλάδι
της Αλ Κάιντα στη Συρία. Η σύνθεση των μελών της προέρχεται από πολλές
παραστρατιωτικές οργανώσεις, όπως την Αλ Κάιντα του Ιράκ, το Συμβούλιο της
Σούρα των Μουτζαχεντίν και άλλες. Αυτά τα μέλη πρεσβεύουν στην πλειοψηφία τους
το Χαριτζιτικό Ισλάμ.
Τον
Νοέμβριο του 2014, το Ισλαμικό Κράτος ανακοίνωσε ότι θα εκδώσει τα πρώτα του
νομίσματα, τα οποία θα είναι κέρματα (χάλκινα, ασημένια και χρυσά) !. Μάλιστα,
αναφέρεται ότι θα είναι παρόμοια με νομίσματα του 7ου αιώνα μ.Χ. Το νόμισμα
ξεκίνησε να κόβεται στα τέλη του Αυγούστου του 2015 και ονομάζεται «Χρυσό
δηνάριο» !
Στις
13 Νοεμβρίου του 2014, ο Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, ο χαλίφης του κράτους,
μέσω ηχογραφημένου μηνύματος ανακοίνωσε ότι κήρυξε τον πόλεμο με τη Σαουδική
Αραβία.
Στις
6 Ιανουαρίου του 2015, το Ισλαμικό Κράτος κήρυξε, επίσημα πλέον, πόλεμο με τη Σαουδική
Αραβία, εφ' όσον έκανε την πρώτη επίθεση εναντίον της χώρας.
Τον
Αύγουστο του 2014, η οργάνωση Ανσάρ αλ-Σαρία, η οποία ήλεγχε τις πόλεις Ντέρνα
και Βεγγάζη, ορκίστηκε πίστη στο Ισλαμικό Κράτος, με συνέπεια οι κατακτήσεις
της οργάνωσης να εντάσσονται στα εδάφη του Ισλαμικού Κράτους. Επίσης, στις 11
Ιανουαρίου του 2015, οι Ταλιμπάν ορκίστηκαν πίστη στο Ισλαμικό Κράτος. Μάλιστα
για να αποδείξουν την αφοσίωσή τους στο Ισλαμικό Κράτος, αποκεφάλισαν έναν
στρατιώτη του Πακιστάν που κρατούσαν αιχμάλωτο.
Τον
Μάρτιο του 2015, η οργάνωση Μπόκο Χαράμ, η οποία ελέγχει πόλεις στη Νιγηρία,
ορκίστηκε πίστη στο Ισλαμικό Κράτος. Το Ισλαμικό Κράτος έχει καταστρέψει αρχαία
μνημεία που χτίστηκαν ανάμεσα στο 1200 π. Χ. μέχρι το 600 π. Χ. Επίσης
δημιούργησαν και ένα βίντεο καρτούν με τον Μπαράκ Ομπάμα να πέφτει στον έλεγχο
του [πρόσφατα εξοντωμένου με πλήγμα drone δήμιου
– σφαγέα /αποκεφαλιστή] «Τζιχάντι Τζον»
(Mohammed
Emwazi) και να κλαίει σαν μικρό παιδί για τη ζωή του.
Το
Ισλαμικό Κράτος είναι μια εξτρεμιστική ομάδα που ακολουθεί εν πολλοίς την
σκληρή ιδεολογική γραμμή της Αλ Κάιντα και είναι οπαδός των παγκόσμιων αρχών
της τζιχάντ. Όπως και η Αλ Κάιντα, αλλά και πολλές άλλες σύγχρονες ομάδες
τζιχαντιστών, το Ισλαμικό Κράτος αναδύθηκε από την ιδεολογία της Μουσουλμανικής
Αδελφότητας. Το Ισλαμικό Κράτος ακολουθεί μιαν ακραία αντι-Δυτική ερμηνεία του
Ισλάμ, η οποία προωθεί την θρησκευτική βία και θεωρεί εκείνους που δεν
συμφωνούν με τις ερμηνείες της ως άπιστους και αποστάτες. Παράλληλα έχει ως
στόχο να δημιουργήσει ένα Σαλαφιστικού είδους ισλαμικό κράτος στο Ιράκ, τη
Συρία και άλλα μέρη της Μέσης Ανατολής και της Νοτίου Ευρώπης.
Η
ιδεολογία του Ισλαμικού Κράτους έλκεται από ένα κλάδο του σύγχρονου Ισλάμ που
έχει ως στόχο την επιστροφή στις πρώτες ημέρες του Ισλάμ, απορρίπτοντας τις
μεταρρυθμίσεις που έγιναν αργότερα στη θρησκεία, οι οποίες πιστεύει ότι
διαφθείρουν το αρχικό πνεύμα του. Ακόμα, περιφρονεί τα προηγούμενα χαλιφάτα και
την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως μορφώματα παρεκκλίνοντα από αυτό που αποκαλεί
καθαρό Ισλάμ και ως εκ τούτου, προσπαθεί να δημιουργήσει το δικό του χαλιφάτο.
Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένοι Σουνίτες σχολιαστές, όπως ο Πακιστανός πολιτικός
αναλυτής Ζαΐντ Χαμίντ,
Ζαΐντ Χαμίντ |
ακόμα και Σαλαφιστές ή Τζιχαντιστές μουφτήδες,
όπως ο Αντνάν αλ-Αρούρ
Αντνάν αλ-Αρούρ |
και ο Αμπού Μπασίρ αλ -Ταρτούσι,
οι
οποίοι λένε ότι το Ισλαμικό Κράτος και οι συναφείς με αυτό τρομοκρατικές ομάδες
δεν είναι καθόλου Σουνίτες σε όλα, αλλά απλώς αιρετικοί μουσουλμάνοι που εξυπηρετούν
μιαν αυτοκρατορική και αντιισλαμική ατζέντα.
Οι
εξτρεμιστές του Ισλαμικού Κράτους, πιστεύουν ότι μόνο μια «νόμιμη αρχή» μπορεί
να αναλάβει την ηγεσία της τζιχάντ, και ότι πρώτη προτεραιότητα σε σχέση με τα
πεδία των μαχών, όπως ο πόλεμος εναντίον των μη-μουσουλμανικών χωρών, είναι ο
καθαρισμός της ισλαμικής κοινωνίας. Για παράδειγμα, όσον αφορά στην σύγκρουση
μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, το
Ισλαμικό Κράτος θεωρεί την παλαιστινιακή οργάνωση Χαμάς (παράρτημα της
Μουσουλμανικής Αδερφότητας) ως αποστάτες οι οποίοι δεν έχουν νόμιμη εξουσία για
να οδηγήσουν στη τζιχάντ, γι' αυτό και πιστεύουν ότι …. πρώτα πρέπει να καταπολεμήσουν την Χαμάς και μετά να έρθουν σε
αντιπαράθεση με το Ισραήλ !
Α. Κωνσταντίνου