ΑΠΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ : «Με το
φωτοστέφανο του μαρτυρίου – Ειδεχθή κομμουνιστικά εγκλήματα 1941-1949» –
της Τελέσιλλας Ιωαννίδου-Λαμπέα
«Τον Δεκέμβριον του 1944, οι κομμουνισταί, δεν
προέβησαν μόνον εις παντοειδείς καταστροφάς, λεηλασίας, αρπαγάς, αλλά και με
αφάνταστη μανία, εστράφησαν εναντίον όλων των τάξεων του ελληνικού λαού. Επί
πλέον κατέσφαξαν με αγριότητα εκλεκτούς ανθρώπους των γραμμάτων και της τέχνης,
όπως την μεγάλην μας τραγωδόν Ελένη Παπαδάκη, τον καθηγητήν του Πανεπιστημίου
Τ. Θεοφανόπουλον, τον υφηγητήν Ν. Ευσταθιανόν και πληθώρα άλλων εκλεκτών
πολιτών.
Εξετέλεσαν
αναριθμήτους στρατιωτικούς και αναπήρους πολέμου, πολεμιστάς του Έπους
1940—1941. Παραλλήλως προέβησαν σε συλλήψεις και ωδήγησαν σε ομηρεία
χιλιάδας πολιτών, πολλούς εκ των οποίων εξετέλεσαν εν πορεία. Μεταξύ των ομήρων
εκείνων, ήτο και ο ε.α. στρατηγός Αγαμέμνων Μεταξάς, με τον γυιό του Νικόλαο 22
ετών, φοιτητή Ιατρικής. Ο μικρότερες γυιός του, εύελπις, είχε διαφύγει εις
Μέσην Ανατολήν.
Κατά την πορεία, εχώρισαν τους άνδρες από τις
γυναίκες και τους ηλικιωμένους από τους νέους. Ύστερα από
εξαντλητική πορεία
ωρών, οι συμμορίτες κάπου εστάθμευσαν διά να ξεκουραστούν. Φυσικά εστάθμευσαν
και οι όμηροι. Ένας βαθμοφόρος ΕΛΑΣίτης, πλησίασε τον στρατηγό Αγ. Μεταξά και
με την συνήθη βάρβαρη, ανάγωγη φρασεολογία και συμπεριφορά που τους διέκρινε,
τον ρώτησε:– «Κουράστηκες γέρο;». Σημειωτέον ότι ο στρατηγός ήτο μόλις 54 ετών.
– «Κουράστηκα παιδί μου», απήντησε περίλυπος ο ένδοξος πολέμαρχος, κυττάζοντας ερευνητικά με την ματιά του τους ομήρους, μήπως αντικρύση το παιδί του.
– «Πεινάς;», τον ρώτησε πάλι ο ΕΛΑΣίτης.
– «Πεινάω…», ήταν η απάντησις.
– «Θέλεις να φας;», τον ξαναρώτησε ο συμμορίτης.
– «Αν σας περισσεύη τίποτε, δώστε μου», είπε ο Αγ. Μεταξάς.
Σε λίγο, έφεραν στον στρατηγό για να τον περιποιηθούν συκώτια ψημένα. Ο στρατηγός τα έφαγε. Ο ΕΛΑΣίτης τον ρώτησε:
– «Καλός ο μεζές, γέρο;».
– «Καλός, παιδί μου, ευχαριστώ», ήταν η απάντησις του ταλαίπωρου στρατηγού.
Τότε, δύο άλλοι
συμμορίτες, σέρνοντας το νεανικό καταματωμένο πτώμα του φοιτητού υιού του το
πέταξαν στα πόδια του στρατηγού λέγοντάς του με σαρκασμό: «Σκατόγερε, έφαγες τα συκώτια του γυιού σου…».
Και άρχισαν να γελούν χλευαστικά, τα
ανθρωπόμορφα εκείνα τέρατα, διά το μέγα κατόρθωμά των…
Οι αιμοσταγείς
εγκληματίας αφού κατέσφαξαν τον 22 χρόνων νεαρό γυιό του αφήρεσαν τα εντόσθια
του, τα έψησαν και τα προσέφερον, εις τον ανίδεο τραγικό πατέρα, να τα φάη. Ο
δύσμοιρος γονιός, στο άκουσμα των φοβερών εκείνων λόγων και στο αντίκρυσμα του
αγρίως κατασφαγιασθέντος παιδιού του, σύρθηκε ως το άψυχο σώμα του, το
αγκάλιασε με σπασμωδικές κινήσεις και με γοερούς θρήνους κρατώντας το σφικτά,
άφησε την τελευταία του πνοή στο καταξεσχισμένο, καταματωμένο νεκρό κορμί του.
Το τραγικό αυτό περιστατικό ανέφερε ο τότε
Διοικητής της 94 Σ.ΔΙ. υποστράτηγος Κωνσταντίνος Λουμάκης, εις το θερινόν
θέατρον του ΚΕΕΜ Σπάρτης, στις 24 Ιουνίου 1966.»