ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΚΑΙ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ
ΗΛΙΟΣΤΑΣΙΟ
Στο άρθρο του «Η Ρώμη και η ηλιακή γέννηση…», (περιοδικό Άμυνα της
φυλής – 20 Δεκεμβρίου 1940) ο Διδάσκαλος Έβολα γράφει:
«Μεταξύ άλλων, δύο
όχι στιγμιαία αποτελέσματα θα πρέπει να οδηγήσουν το φυλετικό δόγμα σε
πνευματικό επίπεδο: Πρώτον, με μιαν επιστροφή στις ρίζες, θα πρέπει να
έλθουν στο φως οι βαθύτερες έννοιες των παραδόσεων και των
συμβόλων που έχουν κρυφθεί κατά την διάρκεια των χιλιετιών, έτσι ώστε να μην
επιβιώνουν ως διάσπαρτα θραύσματα, αποσυντιθέμενα σε καταναλωτικές και
συμβατικές εορτές. Δεύτερον -και ασχέτως με αυτό- το φυλετικό δόγμα πρέπει να
αναζωπυρώσει την ευαισθησία για μια ζωντανή αντίληψη του κόσμου και της φύσεως,
ώστε να περιορίσει τη δύναμη της ορθολογιστικής, εκκοσμικευμένης,
επιστημονικής και φαινομενικής
αντιλήψεως, από την οποίαν ο δυτικός άνθρωπος έχει παρασυρθεί εδώ και αιώνες.
Και, σε σχέση με αυτό το ζωντανό και πνευματικό νόημα των πραγμάτων και των
φαινομένων, τα καλύτερα σημεία αναφοράς μπορούν να προσφερθούν κυρίως από τις «ηλιακές» και ηρωικές
αντιλήψεις, τις οποίες κατείχαν αφ’ εαυτών οι αρχαιότερες Ινδοευρωπαϊκές παραδόσεις.
Πολύ ολίγοι υποψιάζονται ότι οι εορτές αυτών των ημερών
ακόμη και σήμερα, στον αιώνα των ουρανοξυστών, του ραδιοφώνου, των μεγάλων
κινήσεων των μαζών, εορτάζονται και στον κοσμοπολίτικο κόσμο, καθώς και ανάμεσα
σε χαρακώματα, πολεμικές μηχανές και μαζικές μάχες και συνεχίζουν μιαν
απομακρυσμένη παράδοση, ενώ μας μεταφέρουν οπίσω στις εποχές που, σχεδόν στην
αυγή της ανθρωπότητας, εξεκίνησε η ανοδική κίνηση του πρώτου Ινδοευρωπαϊκού
πολιτισμού. Μια παράδοση, στην οποία, εξάλλου, εκφράζεται η άξια σπουδής και
μεγαλειώδης φωνή αυτών των πραγμάτων παρά κάποια συγκεκριμένη πίστη.
Αν θέλουμε να πούμε κάτι περί αυτού, πρωτίστως πρέπει να
θυμηθούμε ένα γεγονός το οποίον είναι άγνωστο στους περισσοτέρους, ότι η
ημερομηνία των Χριστουγέννων και η αρχή της νέας χρονιάς συνέπιπταν στην
καταβολή τους, καθώς η ημερομηνία αυτή δεν είναι αυθαίρετη αλλά συνδέεται με
ένα ακριβές κοσμικό γεγονός, συγκεκριμένα
με το Χειμερινό Ηλιοστάσιο.
Το Χειμερινό Ηλιοστάσιο εμπίπτει πράγματι στην 25η
Δεκεμβρίου, που στη συνέχεια ήταν γνωστή
ως ημερομηνία των Χριστουγέννων, αλλά η προέλευσή της είχε ουσιαστικά μια σημασία
«ηλιακή». Αυτό εξακολουθεί να εμφανίζεται επίσης και στην αρχαία Ρώμη : Η ημερομηνία των
Χριστουγέννων στην αρχαία Ρώμη ήταν αυτή της ανόδου του Ηλίου, του ακατάβλητου Θεού,
ήταν η ημέρα των «Γενεθλίων του Ανίκητου Ηλίου» (Natalis solis invicti).
Με αυτήν, ως ημέρα νέας ηλιοφανείας, «ημέρα του νέου ήλιου»
(Dies solis novi) στην
αυτοκρατορική εποχή ερχόταν η αρχή του νέου έτους, του νέου κύκλου. Αλλά αυτά
τα «ηλιακά γενέθλια» της Ρώμης κατά την αυτοκρατορική περίοδο, ανάγονται με την σειρά τους, σε μια κάπως πιο
απομακρυσμένη παράδοση βόρειο-Ινδοευρωπαϊκής καταγωγής. Με την κυκλική ατέρμονα
επαναφορά του, ο «Sol», η ηλιακή θεότης, φαίνεται πλέον μεταξύ των «ιθαγενών θεών» (dii indigetes), δηλαδή
μεταξύ των θεοτήτων ρωμαϊκής προελεύσεως, προερχομένων από ακόμα πιο μακρινούς
κύκλους πολιτισμού. Στην πραγματικότητα, όπως θα ιδούμε η ηλιακή θρησκεία της
αυτοκρατορικής περιόδου, είχε σε μεγάλο βαθμό την έννοια μιας ανακάμψεως και
σχεδόν μιας αναγεννήσεως, μιας πολύ παλαιάς Ινδοευρωπαϊκής κληρονομιάς, η οποία
δυστυχώς παρεμποδίστηκε από διαφόρους
αποσυνθετικούς παράγοντες.»
Πρώτα απ 'όλα, ας ξεκαθαρίσουμε μιαν εσφαλμένη αντίληψη της
ημερομηνίας 25ης Δεκεμβρίου, γιά
την οποία ορισμένοι πιστεύουν ότι αποτελεί λάθος από την πλευρά του Έβολα. Ο
Ιούλιος Καίσαρ, με την μεταρρύθμιση του ημερολογίου του το 46 π.Χ., έθεσε
πράγματι την ημερομηνία για το Χειμερινό Ηλιοστάσιο στις 25 Δεκεμβρίου. Κατά την
διάρκεια των αιώνων, το σφάλμα στο μήκος του Ιουλιανού ημερολογίου μετέθεσε
σταδιακά την αστρονομική ημερομηνία προς τα οπίσω. Όταν ο Πάπας Γρηγόριος
μεταμόρφωσε το Ιουλιανό ημερολόγιο, άρχισε με ένα μεταγενέστερο έτος, που
αντιστοιχεί σε ένα Εκκλησιαστικό συμβούλιο, αντί γιά το αρχικό έτος 46 π.Χ.
Έτσι, το Χειμερινό Ηλιοστάσιο μετακινήθηκε οπίσω περί την 21η Δεκεμβρίου αντί για την αρχική 25η Δεκεμβρίου.»
Έτσι, ο Έβολα ήταν αλάνθαστος
στον ισχυρισμό του ότι τα δεδομένα των Χριστουγέννων ετάχθησαν για να συμπίπτουν
με το Χειμερινό Ηλιοστάσιο. Επίσης επισημαίνει ότι στην αρχαία Ρώμη, η «ημέρα
του ηλίου» ήταν επίσης «η ημέρα του Κυρίου», η «Κυριακή», πεποίθηση που υιοθετήθηκε πλήρως από τους Χριστιανούς. Επιπλέον
συνδέει τον συμβολισμό του φωτός με την εισαγωγή του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου :
«Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και
Θεός ην ο Λόγος. Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν. Πάντα δι᾿ αυτού εγένετο, και
χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν. Εν αυτώ ζωή ην, και η ζωή ην το
φως των ανθρώπων.»
Ο μέγας Μύστης και Αναζητητής τελειώνει το άρθρο του ως εξής:
«Στην Ινδοευρωπαϊκή παράδοση και
στην ίδια την Ρώμη, το ίδιο θέμα είχε μια σημασία όχι μόνον θρησκευτική και
μυστικιστική, αλλά ταυτοχρόνως και ιερή, ηρωική και κοσμική. Ήταν η παράδοση
ενός λαού, στον οποίο η ίδια φύση, η ίδια η μεγάλη φωνή των πραγμάτων την οποία
προανέφερα, ομιλούσε εκείνη την ημερομηνία, για ένα αναστάσιμο μυστήριο, για την γέννηση ή την αναγέννηση
μιας αρχής όχι μόνον του «φωτός» και της νέας ζωή, αλλά και της Αυτοκρατορίας,
με την υψηλότερη, αληθέστερη και πλέον σεβαστή έννοια της λέξεως.»
Γ. Λύκος