Το έτος 1768 ήρχισε ο
ρωσοτουρκικός πόλεμος μεταξύ της ρωσικής
αυτοκρατορίας υπό την (προβάλλουσα ως επιχείρημα την «προστασία των ομοδόξων
της χριστιανών») Τσαρίνα Μεγάλη Αικατερίνη την Β' και της οθωμανικής
αυτοκρατορίας υπό τον Σουλτάνο Μουσταφά τον Γ’. Στα 1770 κατήλθε στο Αιγαίον Πέλαγος ο ρωσικός στόλος με
αρχηγούς τους αδελφούς Γκριγκόρι,
Αλεξέϊ και Φιοντόρ Ορλώφ.
Επαναστατική δύναμη
Μανιατών και Ρώσων εκυρίευσε τον Μιστρά, όπου και εσχηματίσθη ο πρώτος πυρήν
ελληνικής προσωρινής κυβερνήσεως με επικεφαλής τον Αντώνιο Ψαρρό. Ύστερα από
την επιτυχία αυτήν, η εξέγερση εγενικεύθη σε πολλές επαρχίες της Πελοπονήσσου
(Κορινθία, Αργολίδα, Κυπαρισσία, Αχαΐα), αλλά και σε άλλες ελληνικές περιοχές
(στην Κρήτη με τον Δασκαλογιάννη, στην Ήπειρο με τους Χειμαριώτες, στο
Μεσολόγγι με τον Αναστάσιο Παλαμά).
Οι Ρώσοι στον Τσεσμέ της Μικρασίας έκαυσαν την τουρκική αρμάδα και στιγμιαίως
εφάνη πως ο Ελληνισμός θα εκέρδιζε την ελευθερία του. Ωστόσον, εκείνη η
επαναστατική εξέγερση απέτυχε διότι δεν ήταν καλώς οργανωμένη και κατέληξε σε
μύρια δεινά.
Υπήρξαν φρικαλέες περιπλοκές
για το Έθνος: Οι Τούρκοι
εκινητοποίησαν πολλές ομόθρησκές τους δυνάμεις απο τους
έχοντες οθωμανική συνείδηση «Τουρκαλβανούς» και όχι μόνον έπνιξαν στο αίμα την
επανάσταση του Μωριά, αλλά ερείπωσαν και τον τόπο. Οι συνθήκες που επεκράτησαν μετά την
καταστολή της επαναστάσεως ήσαν πράγματι φοβερές για τους Έλληνες. Οι Αλβανοί,
τους οποίους οι Τούρκοι είχαν εξαπολύσει εναντίον μας, λεηλατούσαν επί εννέα
έτη την Πελοπόννησο, έκαιγαν, έσφαζαν και εξηνδραπόδιζαν τους κατοίκους. Οι
κάτοικοι του Αιγίου εσφάγησαν άπαντες, οι Σπέτσες ερημώθησαν καθολικώς. Όταν
δεν εύρισκαν πρόχειρη λεία οι Αλβανοί εξηνάγκαζαν τους Πελοποννησίους να
υπογράψουν «χρεωστικές ομολογίες» και πολλοί είχαν τέτοιες στα χέρια τους για
πεντακόσιες ή εξακόσιες χιλιάδες γρόσια. Άλλοι Έλληνες επωλούντο ως δούλοι. Ο
Φρανσουά Λοράν Πουκεβίλ αναφέρει ότι 20.000 επωλήθησαν στην Αφρική και σε
Τούρκους της Ρούμελης [«Ιστορία της
ελληνικής επαναστάσεως, ήτοι, Η αναγέννησις της Ελλάδος»]. Όσοι Έλληνες ημπόρεσαν, εκρύβησαν στα όρη ή
κατέφυγαν πρόσφυγες στην Επτάνησο. Όπως αναφέρει ο Σάθας «Τα πάντα είχεν
αφανίσει η Αλβανική πανώλης. Εκεί ένθα προ ολίγου υπήρχον πόλεις και κώμαι πολύανδροι
και ευδαίμονες, ήδη έβλεπέ τις θανάτου ερήμωσιν, και πυριφλεγή ερείπια. Η
Πελοπόννησος πάσα είχε σχεδόν απογυμνωθή κατοίκων.» [Σάθας
Κωνσταντίνος, «Τουρκοκρατουμένη Ελλάς - Ιστορικόν δοκίμιον περί των προς
αποτίναξιν του οθωμανικού ζυγού επαναστάσεων του Ελληνικού έθνους (1453-1821) »,
Αθήνα, 1869, σελίς 524].
Όπως όμως έγινε κατόπιν γνωστόν,
ο κυριότερος λόγος της εξεγερτικής αποτυχίας ήταν ότι ο σουλτάνος είχε μάθει πως προετοιμάζετο επαναστατικό
κίνημα στον Μωριά και έλαβε απο πριν τα μέτρα του για την καταστολή του
κινήματος !
Πώς το επληροφορήθη ο Ασιάτης τύραννος ; Το «Φόρεϊν Όφις», που
απο τους πράκτορές του ήξερε την ετοιμασία της επαναστάσεως, είχε προδώσει τα
σχέδια των Ελλήνων στην τουρκική κυβέρνηση. Αυτό έγινε ολοφάνερο από την πρωτοφανή,
κυριολεκτικώς ταχίστη κινητοποίηση του τουρκικού στρατού, που μόνον έτσι
εξηγείται. Όπως καταγράφει ο Λεωνίδας Βούλγαρης, στο δυσεύρετον σήμερον βιβλίο
του «Αποκαλυφθήτω η αλήθεια» που εξεδόθη στην Αθήνα το 1878, το οποίον, (στην
σελίδα 16) γράφει: «Κατά το 1769, ότε ανεφάνησαν αι πρώται εταιρίαι Κρεββατά,
Μούρτζινου καί Καρδαρά (στον Μωριά) κατεπροδόθησαν εις το Δουβλέτιον της
Κωνσταντινουπόλεως υπό των πρωθυπουργών της Αγγλίας Τζατάμ (Chatham) και
Γράφτωνος. Ποία δέ η συνέπεια των (επαναστατικών) εκείνων εταιριών υπήρξεν;
Η εν Πελοποννήσω τότε συμβάσα καταστροφή και σφαγή».
Ιδού τι λέγει ο
ιστοριοδίφης Σάθας για τους Άγγλους πράκτορες που ειργάζοντο εναντίον μας, στο προαναφερθέν βιβλίον του
«Τουρκοκρατουμένη Ελλάς», (στις σελίδες 473 – 474) : «Οι Άγγλοι μάλιστα
πράκτορες που εκείνον τον καιρό είχαν γεμίσει την Ιταλία και την Μεσόγειο τα
κατάφεραν να ξεγελάσουν πολλούς Μανιάτες και να τους πάνε στην Αμερική. Ο Άγγλος πράκτωρ που μπαρκάρησε τους Μανιάτες για την
Αμερική, λεγόταν Τζών Τόρνβουλλ (Thornbull)». Αυτό συνέβη
στα 1767. Επιπλέον οι Άγγλοι είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν μιαν υφέρπουσα ισχυρά
εχθρότητα ανάμεσα στους Μανιάτες και στους Ρώσους, οπότε έτσι το μαχητικότερο, πλέον
ανυπότακτο και εμπειροπόλεμο ελληνικό στοιχείο του Μωριά δεν έλαβε «πάσει
δυνάμει» μέρος στην εξέγερση, παρά την παγία πρόθεση των Μανιατών για συμμετοχή
σε κάθε αντιτουρκικόν αγώνα.
Από τα «Ορλωφικά» και ένθεν η Αγγλία εξεκίνησε
να υπονομεύει συνεχώς και δραστηρίως το Έθνος μας, εκδηλούσα ενεργητικό ρόλο στην
ανατολική Μεσόγειο. Εκείνην την περίοδο (κυρίως μετά την «Γαλλική Επανάσταση»)
είχε δύο μεγάλους ανταγωνιστές στην βαλκανική χερσόνησο και στην μεσογειακή
λεκάνη, την αυτοκρατορική Ρωσία και την δημοκρατική Γαλλία. Η κυρία προσπάθεια
της αγγλικής πολιτικής εστιάζετο στην συγκρότηση βάσεων στην Μεσόγειο θάλασσα για να δυνηθεί αποτελεσματικώς να εκμηδενίσει
την γαλλική και ρωσική επιρροή, ενώ παραλλήλως να κατέχει στρατηγικά σημεία ώστε
να δύναται να αποκρούσει κάθε κίνδυνο στα μεσογειακά της συμφέροντα απο την
Γαλλία και την Ρωσία. Όσον καιρό εμάχετο κατά της δημοκρατικής Γαλλίας και του
Ναπολέοντος, διετήρησε «φιλική» στάση απέναντι στην Ρωσία. Όταν όμως εξετοπίσθησαν
οι Γάλλοι απο την Μεσόγειο, εισέδυσε βραδέως στα Επτάνησα. Στην αρχή (το 1809)
προέβη σε κατάληψη των μικροτέρων νήσων και στα 1815 ολοκλήρωσε την
κατοχή της, καταλαμβάνουσα την Κέρκυρα και τους Παξούς.
Όμως, στην απέναντι ηπειρωτική
ακτή η Πάργα, η οποία προηγουμένως ήταν γαλλική κτήση, για να μην παραδοθεί
στους Τούρκους ηναγκάσθη να ζητήσει την αγγλική «προστασία. Οι Άγγλοι εδέχθησαν
την αίτηση των Παργιανών, αλλά αμέσως ήρχισαν να διαπραγματεύονται την πώληση
της Πάργας στους Τούρκους. Οι διαπραγματεύσεις τελείωσαν στο τέλος του 1818. Οι Τούρκοι επλήρωσαν 156 χιλιάδες λίρες για …. Αποζημίωση
(!) και ανεγνώρισαν την αγγλική κατοχή - κυριαρχία στα Επτάνησα. Έτσι οι δυστυχισμένοι Παργιανοί εξηναγκάσθησαν την μεγάλη
Παρασκευή του 1819 να εκπατριστούν. Μάλιστα δε οι πολιτισμένοι χριστιανοί Άγγλοι
δεν τους επέτρεψαν να μεταφέρουν κυριολεκτικώς τίποτε απο την κινητή περιουσία τους.
Το ανοσιούργημα αυτό των απανθρώπων
και πλουτοβουλιμικών Άγγλων, προεκάλεσε την αγανάκτηση μέσα στους κύκλους των φιλελληνικών
στοιχείων της Ευρώπης, ενώ η λαϊκή μούσα εξαπέλυε κατάρες κατά των Άγγλων και εστιγμάτιζε
την μισελληνική αγγλική πολιτική, [όπως περιγράφουν στις μελέτες τους οι ακόλουθοι
ερευνητές: Ο Ουΐλιαμ
Μίλλερ «Η
Τουρκία καταρρέουσα-Ιστορία
της οθωμανικής αυτοκρατορίας από του έτους 1801 μέχρι του 1913», κατά μετάφραση του ιστορικού Σπυρίδωνος
Λάμπρου (Αθήναι
1914, εκδόσεις «Εστίας») σελίς 82, ο δημοσιογράφος Επαμεινώνδας Κυριακίδης στην
δίτομο «Ιστορία του Ελληνισμού από
της ιδρύσεως του Βασιλείου της Ελλάδος μέχρι των ημερών μας 1832-1892» - τόμος Β’, σελίς 277 και ο ιστορικός και
λαογράφος Τάκης Κανδηλώρος, στο έργον
του «Φιλική Εταιρία 1814 - 1821» (1926)].
Οι Παργιανοί
υπήρξαν λοιπόν θύματα των δολίων Άγγλων και όχι μόνον αυτοί, αλλά και οι Επτανήσιοι
δεν εβίωσαν καλύτερον κατά την περίοδο της αγγλικής κατοχής. Οι Άγγλοι
προσεταιρίσθησαν τα πλουτοκρατικά ή και φεουδαρχικά στοιχεία των νήσων (τους
«Καταχθόνιους», όπως τους έλεγεν ο λαός) και εφήρμοσαν την πλέον ωμή
τρομοκρατία. Όποτε ο ελληνικός λαός εζητούσε το δίκαιόν του και διοργάνωνε εθνικές εξεγέρσεις, οι Άγγλοι
έλαμβαναν κατ’ αυτού κτηνωδώς σκληρά μέτρα. Οι φυλακές είχαν γεμίσει ασφυκτικώς.
Οι αρχηγοί του επτανησιακού λαού Ηλίας Ζερβός - Ιακωβάτος, Ιωσήφ Μομφεράτος, Ναθαναήλ
Δομενεγίνης, είχαν εξορισθεί, ενώ πολλοί απο
τους λαϊκούς αγωνιστές απηγχονίσθησαν. Ολόκληροι ακμάζοντες οικισμοί εκάησαν. Ο
τύπος εφιμώθη και η δυστυχία, η
εξαθλίωση και η πείνα συνέτριψαν τις λαϊκές μάζες.
Όταν εξέσπασε η Επανάσταση της Εθνεγερσίας του 1821, στην αρχή οι Άγγλοι εθεώρησαν πως ο περί
υπάρξεως αγών της εθνικής μας ανεξαρτησίας είχεν υποκινηθεί απο την Ρωσία και γι'
αυτό εκράτησαν εμφανώς μιαν ιδιαιτέρως εχθρική στάση. H υπόνοια μάλιστα ότι την Ελληνική
Επανάσταση είχε υποκινήσει ο τότε υπουργός Εξωτερικών του τσάρου Ιωάννης Καποδίστριας, επροξένησε έτι ισχυρότερα
μισελληνικά ανακλαστικά της Αγγλίας που έβλεπε ότι μια ανεξάρτητος και ελευθέρα
Ελλάς ήταν μία ναυτική δύναμη ανταγωνιστική για τα αγγλικά συμφέροντα. O αγγλικός και αυστριακός στόλος εφήρμοσαν
τον πλέον στενό και ασφυκτικόν αποκλεισμό στην επαναστατημένη Ελλάδα, ενώ οι άθλιοι Άγγλοι πρόξενοι παντού κατέτρεξαν τους Έλληνες
και πάντοτε επρόδιδαν τις κινήσεις των
επαναστατών στους Τούρκους πασάδες. Είναι γνωστή -αν
και σκοπίμως «λησμονημένη»- η
συστηματική βοήθεια την οποίαν προσέφεραν στον ανεφοδιασμό των Τούρκων σε
διάφορες πολιορκίες, μετατρεπόμενοι άλλοτε σε κατασκόπους και άλλοτε δρώντες ως
αντιπρόσωποι εμπορικών εταιρειών εφοδιαζουσών την Υψηλή Πύλη με ποικίλα αγαθά
και πολεμικό υλικό (βλ. και Κυριάκου Σιμόπουλου, «Πώς είδαν οι ξένοι την Ελλάδα
του '21», Αθήναι 1979, τόμος A´, σελίς 25).
Κατά τον Βρετανό
ιστορικό Τσαρλς Γουίλιαμ Κρόουλεϋ, Καθηγητή νεωτέρας ιστορίας στο Πανεπιστήμιο
του Κέμπριτζ και δεινό μελετητή της ελληνικής ανεξαρτησίας «(…) οι Άγγλοι
υπήρξαν επί τρεις γενεές απροκαλύπτως φιλότουρκοι» απλώς και μόνον ….. επειδή
μισούσαν και εφοβούντο τους Ρώσους και
γιά κανέναν αλλο λόγο(«Το ζήτημα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας. Μία μελέτη της
Βρετανικής πολιτικής στην Εγγύς Ανατολή 1821-1833», Κέμπριτζ 1930, σελίς 5.).
Τυπικόν δείγμα αγγλικής
διπλωματίας υπήρξεν ο διαβόητος Άγγλος Αρμοστής των Επτανήσων, ο ελληνοδιώκτης Τόμας
Μαίτλαντ, φερθείς σκληρότατα και με κτηνώδη απανθρωπία όχι μόνον στους Φιλικούς
των Ιονίων νήσων, αλλά και στα γυναικόπαιδα που μετέβησαν ως φυγάδες εκεί
απο τον Μωριά και την Ρούμελη για να διασωθούν απο τις σφαγές των βαρβάρων Τούρκων.
Το καταγράφει επακριβώς ο Βούλγαρης, στο
προαναφερθέν βιβλίο του [«Αποκαλυφθήτω η αλήθεια», σελίς 17] : «Πόσα
ωσαύτως γυναικόπαιδα Ελλήνων φεύγοντα την μάχαιραν του εχθρού κατά την Επανάστασιν
και αναζητούντα εκείσε (στα Επτάνησα) άσυλον, δεν απεπέμφθησαν υπό της (αγγλικής)
αρχής, ή δεν κατεπροδόθησαν, αιχμαλωτισθέντα κατόπιν υπ' αυτού (του Τούρκου),
και πάμπολλα σφαγέντα; Η ιστορία της ημετέρας επαναστάσεως λεπτομερώς
περιγράφει ταύτα».
Την εποχή εκείνη εκυβερνούσαν την
Αγγλία οι «Τόρρυς» και ήσαν προσκεκολημμένοι στην
πολιτική του Γουίλιαμ Πιττ του «νεοτέρου», στο «δόγμα της ισορροπίας», όπου στο 1792 ετόνισε
πώς : «…. δεν πρέπει να επιτρέψουμε στην Ρωσία να μεγαλώσει και
παράλληλα να μην αφήσουμε την Τουρκία να αδυνατίσει». Έτσι έδωσαν οδηγίες στους
πράκτορές τους στα Επτάνησα και στην ανατολική Μεσόγειο, να τηρήσουν μεθοδικώς εχθρική
στάση απέναντι στην αγωνιζομένη Ελλάδα. Μάλιστα ο Υφυπουργός Πολέμου και
Αποικιών, Μαρκήσιος Τσαρλς Γουίλιαμ Βέην, Λόρδος Λοντοντέρυ (Londoderry)
εδήλωνε πως επιθυμεί να καταστεί η Ελλάς: «όσο πιο πολύ λιγότερο επικίνδυνη
και ο λαός της μικρόψυχος σαν τις φυλές του Ινδοστάν», [όπως αποκαλύπτει ένας ….Αμερικανός, ο πρώτος πρέσβης
των ΗΠΑ στην Ελλάδα Κάρολος Τάκερμαν, στο βιβλίον του «Οι Έλληνες της σήμερον»,
Νέα Υόρκη (1872), δημοσιευθέν σε ελληνική μετάφραση από τον διπλωμάτη, βουλευτή
και Υπουργό Αντώνιο Ζυγομαλά, (Αθήναι, 1877, Τυπογραφείον της Φιλοκαλίας, σελίς
110). Σημειωτέον ότι ο
Ζυγομαλάς χαρακτηρίζει τον Τάκερμαν «αμερόληπτο» και «φιλέλληνα», υπογραμμίζων ότι
«εν τω έργω τούτω δύναται πας Έλλην μεθ’ υπερηφανείας να ίδη τα προτερήματα της
φυλής του». Ο συγγραφεύς εσχολίασεν ότι «η Ελλάς έχει πολλάς και δικαίας
αφορμάς παραπόνων ένεκα της αυθαιρέτου συμπεριφοράς Δυνάμεως» (της Αγγλίας)
κατά τον Κριμαϊκό πόλεμο και χαρακτηρίζει την Μεγάλην Ιδέα, η οποία «υπάρχει
παρ' όλαις ταις τάξεσι της κοινωνίας», ως «δικαία».]
Α.Κ.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Χρυσή Αυγή