Η πολιτική του Ισραήλ, οι προτεραιότητες του, σχετικά με την έκβαση του συμμοριτοπολέμου στην Συρία έχει δυο πλευρές. Από την μια πλευρά είναι ο Άσαντ που είναι ο σημαντικότερος σύμμαχος του Ιράν στον αραβικό κόσμο και αυτός που παρέχει στην Τεχεράνη πρόσβαση στα βόρεια σύνορα του Ισραήλ και διευκολύνει την ροή όπλων προς την λιβανέζικη σιιτική Χεζμπολάχ. Από την άλλη πλευρά είναι η Ρωσία η οποία ως ήρεμη δύναμη διαμορφώνει τις εξελίξεις στην περιοχή και στην οποία αναγκάζεται να βασιστεί το Ισραήλ για να αποφύγει την περικύκλωση του από σημαντικές εχθρικές δυνάμεις.
Το Ισραήλ από τότε που ξεκίνησε ο συμμοριτοπόλεμος στην Συρία (2011) προσπάθησε να διαμορφώσει τα αποτελέσματα αυτής της σύγκρουσης, προστατεύοντας και επεκτείνοντας τα γεωπολιτικά του συμφέροντα. Χρημάτισε και υπέθαλψε τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους, ενώ επανειλημμένα βομβάρδισε στόχους στην Συρία για να προστατεύσει τους ισλαμοσυμμορίτες και για να εμποδίσει την ροή όπλων από το Ιράν προς τους πολιτοφύλακες της Χεζμπολάχ.
Τελικά όμως το Ισραήλ δεν κατάφερε να αποτρέψει τα χειρότερα, καθώς ο παντοτινός του αντίπαλος Άσαντ εδραιώνει τάχιστα τον έλεγχο
στην χώρα του, με την βοήθεια της Ρωσίας και την υποστήριξη του Ιράν. Παράλληλα οι πολιτοφύλακες του Ιράν (Φρουροί της Επανάστασης) και της Χεζμπολάχ επεκτείνουν και ενισχύουν τα στρατιωτικά τους δίκτυα στο έδαφος της Συρίας και έχοντας στο οπλοστάσιο τους σύγχρονα οπλικά συστήματα (πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς) μπορούν να επιφέρουν καταστροφικές επιθέσεις σε ισραηλινές πόλεις.
Το Ισραήλ για να αντιμετωπίσει αυτή την απειλή έχει βομβαρδίσει τα τελευταία χρόνια πάνω από 200 ιρανικούς στόχους στην Συρία, πιστεύοντας ότι με αυτές τις παρεμβάσεις θα αναγκάσει τους Ιρανούς και την Χεζμπολάχ να οπισθοχωρήσουν από τα αρχικά τους σχέδια που είναι ο περιορισμός του ισραηλινού επεκτατισμού στην Μέση Ανατολή. Στο ίδιο πλαίσιο το Τελ Αβίβ επενδύει στις καλές σχέσεις με την Μόσχα, προκειμένου να διατηρηθεί η πίεση στο Ιράν και τους συμμάχους του. Ως αποτέλεσμα αυτής της διπλωματικής προσπάθειας η Ρωσία απέφυγε να χρησιμοποιήσει τα αντιαεροπορικά της συστήματα που έχει εγκαταστήσει στην αεροπορική βάση Χμεϊμίμ και στην ναυτική βάση Ταρτούς για να καταρρίψει ισραηλινά μαχητικά που εισέρχονται στον συριακό εναέριο χώρο για να βομβαρδίσουν ιρανικούς στόχους ή πολιτοφύλακες της Χεζμπολάχ.
Η συνεργασία του Τελ Αβίβ με την Μόσχα βασίζεται στην αναγκαιότητα και σε σχέση συμφέροντος και ουχί στην πίστη ότι οι Ρώσοι βρίσκονται στο πλευρό των Ισραηλινών στην περιφερειακή τους αντιπαράθεση με το Ιράν. Η Ρωσία έχει βέβαια υποσχεθεί στο Ισραήλ ότι θα κρατήσει το Ιράν μακριά από τα βόρεια σύνορα του ιουδαϊκού κράτους, αλλά εξ ίσου βέβαιο είναι ότι η Μόσχα δεν θέλει να φύγει το Ιράν από το έδαφος της Συρίας, σε αντίθετη περίπτωση θα έπρεπε οι Ιρανοί πολιτοφύλακες να αντικατασταθούν με χερσαίες ρωσικές δυνάμεις, κάτι που η Μόσχα διακαώς θέλει να αποφύγει.
Εξ άλλου οι Ιρανοί πολιτοφύλακες και η Χεζμπολάχ ενσωματώνονται πλέον στις συριακές ένοπλες δυνάμεις, καθιστώντας αδύνατο να διακριθούν από τον τακτικό στρατό της χώρας.
Το θεμελιώδες γεγονός της έκβασης του συμμοριτοπολέμου στην Συρία είναι ότι το Ιράν και οι σιίτες σύμμαχοι του στην Μέση Ανατολή πολύ σύντομα θα αμφισβητήσουν το Ισραήλ σε πολλαπλά μέτωπα που είναι τα σύνορα με τον Λίβανο (Χεζμπολάχ), στην Λωρίδα της Γάζας (Παλαιστίνιοι της Χαμάς) και στα σύνορα με την Συρία (Ιρανοί πολιτοφύλακες και δυνάμεις του Άσαντ).
Ο στόχος της Τεχεράνης, της Δαμασκού, της Χεζμπολάχ και των Παλαιστινίων είναι να εμπλέξουν το Ισραήλ σε μια σειρά ανοικτών και χαμηλού επιπέδου συγκρούσεων που θα κάνουν την ζωή των Ισραηλινών αφόρητη και θα θέσουν το ιουδαϊκό κράτος σε μια μακροπρόθεσμη διαδικασία παρακμής.
Η μόνη τροχοπέδη σε αυτή την διαδικασία μπορεί να είναι ένας περιφερειακός πόλεμος εναντίον του Ιράν με στρατιωτική παρέμβαση των ΗΠΑ, κάτι που σίγουρα θα εξελισσόταν σε μια παγκόσμια σύγκρουση με συμμετοχή των συμμάχων του Ιράν, της Ρωσίας και Κίνας.
Μπορούν όμως οι ΗΠΑ, έστω και υπό την πίεση των Σιωνιστών, να αναλάβουν αυτό το ρίσκο;
Γ. ΛΙΝΑΡΔΗΣ
Από την εφημερίδα Χρυσή Αυγή