ΕΘΝΙΚΟ ΠΑΙΔΟΦΥΛΑΓΜΑ

Από το βιβλίο του εφέδρου Υπολοχαγού Δαυίδ Αντωνίου «Εθνικό Παιδοφύλαγμα», από τις εκδόσεις του Γενικού Επιτελείου Στρατού 1949



«(…) ΤΟ ΔΡΑΜΑ πού κλείνουν τα μικρά 'Ελληνόπουλα των παιδοπόλεων στην ψυχή τους αποτελεί την τραγικότερη ανθρώπινη έκ­φρασι.
Όλα κάτι έχουν να διηγηθούν, κάτι να προσθέσουν.
Παραθέτομε μόνον μερικά περιστατικά της ζωής των, πού φανερώνουν τα θηριώδη ένστικτα των εαμοσλαύων συμμοριτών, πού σκόρπισαν τον όλεθρο, την ερήμωσι και την καταστροφή....
Ο Γεώργιος Αθ. Βενέτης, μάρτυς αυτόπτης της μάχης της Γκιώνας και θηριώδους εκτελέσεως των τριάκοντα νηπίων, μας διη­γήθη με την γλώσσα της ειλικρινούς παιδικής αθωότητος τα έξης: - Οι συμμορίτες, κατά τον Απρίλιο, είχαν μαζέψει πολλά παιδιά από τα χωριά για να μας πάνε όπως έλεγαν, στη Βουλγαρία. Τη μέρα κρυβόμαστε στα δάση και τη νύχτα περπατούσαμε. Τις πρώτες μέρες τρώγαμε κάτι, αργότερα όμως μέναμε νηστικοί. Έτσι βρεθήκαμε στην κορυφή της Γκιώνας, όπου έγινε η μεγάλη μάχη. Στο δρόμο τα μικρά πού φώναζαν τα έπνιγαν με τα χέρια. Μόνος μου είδα τρία. Τα μεγαλύτερα τα έπνιγαν με τριχιά. Έτσι έπνιξαν τριάντα περίπου μικρά και τα πέταξαν ύστερα στων γκρεμνό. Δεν τολμούσαν να τα τουφεκίσουν, γιατί θά τούς άκουγε στρατός. Επί κεφαλής ήταν κάποιος με στρατιωτική στολή πού τον λέγανε Σκαφίδα και πού συνέχεια φώναζε και έβριζε.
Ο Παναγιώτης Μ. Κουτσουμπός από την Κάναρη αφηγείται : - Πριν από μερικούς μήνες ήρθαν στο χωριό μας συμμορίτες και πήραν μαζί με τη μητέρα μου και τις αδελφές μου - εξ ετών και οκτώ μηνών - και μας ωδήγησαν στη Γκιώνα. Σε μερικές μέρες πέθαναν τ' αδελφάκια μου από το κρύο. Δεν τρώγαμε τίποτε.
ΗΗηΗ μικρούλα Κούλα Κινδύνη του Βασιλείου από το Βελούχι είπε: - Καλύτερα να πεθάνω παρά να ξαναπάω εκεί επάνω στους κλέφτες. Στο βουνό που με πήρανε είδα πολλές γυναίκες και παιδιά να πεθαίνουν. Είδα μια γυναίκα να πνίγη το παιδί της, ύστερ' από διαταγή του καπετάνιου. Το μικρό φώναζε, έσκουζε από τον πόνο.


Ο Αλέκος Δρίβας, 10 χρόνων από την Καλοβάτα, διη­γήθη: - Μια μέρα ήρθαν αντάρτες στο χωριό μου και μας πήραν μαζί με την αδελφή μου. Στο δρόμο πού πηγαίναμε μας έλεγαν ότι θά περάσουμε καλά, ότι θά μας φέρουν αεροπλάνα και κανόνια, για να κτυπήσουμε τις πόλεις. Στη Γκιώνα, πού φθάσαμε, έγινε μια μεγάλη μάχη. Εκεί νικήθηκαν οι συμμορίτες και για να μην προδοθούν έπνιξαν πολλά μωρά.
Ο Ηλίας Μυρέας του Ιωάννου είπε : -'Εμένα με πήραν ένα βράδυ πού το κρύο ήτανε τσουχτερό. Στη Γκιώνα τραυματίσθηκα. Είδα με τα μάτια μου τούς αντάρτες πού έπνιγαν ομαδικά τα νήπια.
Ο Σωτήριος Κ. Μπαλής, ετών 6 από την Ευρυτανία, ορφανός από μάννα και πατέρα, με δάκρυα στα μάτια είπε : - Τη μητέρα μου την έσφαξαν μπροστά μου οι συμμορίτες.
Ο Σωτήριος Παπαλέξης, μόλις 9 χρονών από την Νεζερό της Ευρυτανίας, κατέθεσε ότι ό πατέρας του εσφάγη από τους εαμο­σλαύους. Έμειναν έτσι ορφανά αυτός και εξ ακόμη αδελφάκια του.
Η Παρασκευή Θ. Λώζου, εξ Ευρυτανίας, είδε με τα μάτια της να δένουν τα κτήνη τον πατέρα της στο δένδρο και να τον σφάζουν. (….)»