Στην
εμποροκρατούμενη καταναλωτική κοινωνία της εποχής μας, τα διαθέσιμα αισθητικά
αγαθά καθόλου δεν υπερβαίνουν σε ποιότητα τα προϊόντα της μαζικής αποχαυνωτικής
απολαύσεως, του χυδαίου μαζικού «γούστου».
Δηλαδή ο μέσος
άνθρωπος προτρεπόμενος από τα καθεστωτικά φερέφωνα σκέπτεται αβίαστα, με έναν
κακοήθη παιδισμό, «έτσι μου αρέσει, άρα
έτσι πράττω», ανεξάρτητα αν υπάρχει ή όχι κάποιο στοιχειώδες αισθητικό
κριτήριο.
Επομένως
το αίτημα μιας αυθεντικώς αισθητικής προσλήψεως πρέπει βεβαίως να υπερβαίνει
αυτήν την ισοπεδωτική και χαώδη κατάσταση, όχι απλώς και μόνον ή κυρίως
καταγγέλλον το νυν ισχύον περιβαλλοντικό δεδομένο, όπως την ελεεινή χυδαιότητα
του γούστου, αλλά αγγέλλον την «άνω θρώσκουσα», την ανθρωποποιό σκέψη του ανθρώπου, η οποία αναζητεί το
αισθητικώς ωραίον στην διαχρονική, διαλεκτικώς δραστήρια επικοινωνία φιλοσοφίας
και τέχνης.
Πώς
όμως επιτυγχάνεται αυτή η επικοινωνία;
Με την ουσιώδη ανύψωση της αισθητικής σε
έναν αληθή παραγωγό φιλοσοφικού λόγου και συγχρόνως με την παράλληλο μετα-«μόρφωση»,
την μορφοποίηση, του φιλοσοφικού λόγου σε δραστική αισθητική πηγή
ιδιο-«ποιήσεως» του «Ωραίου , του Μεγάλου και τ’ Αληθινού».
Δηλαδή των νοηματικώς πληρεστέρων
ουτοπικών-φαντασιακών κόσμων ως ιδεατών
και ευκταίων κόσμων που αντιμάχονται έως θανάτου τον σημερινό παρακμιακό και νεκροβιοτικό
μεταψυχροπολεμικό κόσμο των
κατασκευασμένων «καλλιτεχνικών» ειδώλων και των χειροκροτουμένων πλανοδίων
διασήμων και σιχαμερών καλλιτεχνών.
Συνεπώς,
από εδώ και πέρα, με την αυξανόμενη ιδεολογικοπολιτική επιρροή τού κόμματος
στην δημόσια ζωή επί μία πενταετία, το σπουδαίο ζητούμενο είναι : Να ορισθεί
ξεκάθαρα και σύμφωνα με τις κοσμοθεωρητικές Εθνικιστικές αρχές αλλά και να
υποστηριχτεί μεθοδικά μια λογοτεχνία που θα παραμένει ουσιαστικά και ανόθευτα
προσηλωμένη στις αιώνιες αξίες τού Λαού μας.
Εμείς,
οι πολιτικοί στρατιώτες του Εθνικισμού, οφείλουμε
να στηλιτεύουμε ανειρήνευτα την παρακμή που σημάδεψε την Ελληνική
λογοτεχνική παραγωγή για περισσότερο από 40 χρόνια όταν η ποίηση, το θέατρο, το
μυθιστόρημα κατευθύνθηκαν από καθεστωτικούς φασουλήδες, ενώ η όποια καλή λογοτεχνία πνίγεται μέσα σε μια πλημμύρα δύσοσμου παραλογισμού
και ανηθικότητας.
Η
επιστροφή και αναβάπτιση στο εθνικό παρελθόν αποτελεί την μόνη αψευδή και
ουσιαστική βάση αυτής της αναγκαίας λογοτεχνικής Επ-Ανάστασης. Στο ένδοξο παρελθόν, πρόσφατο
και παλαιό, αυτό το ιστορικό αποτύπωμα
που είναι ριζωμένο στην συλλογική μνήμη και αντλεί την ομορφιά του από τα
αρχέγονα βάθη της ουράνιας εθνικής γλώσσας.
Πρέπει
να συνεγερθούμε : Επί τέσσερεις δεκάδες χρόνια καλπάζει η μόλυνση και
καταστροφή της εθνικής γλώσσας από τις ξένες λέξεις. Τα όργανα και οι μηχανισμοί
της εθνοαποδόμησης, που κατασκευάζουν ξενόδουλους υποτακτικούς, τα
«παιδαγωγικά» ινστιτούτα και ιδρύματα υπό τους λογής - λογής Γιοβάνονιτς και
Βώρηδες παράγουν πνευματικά και γλωσσικά αφελληνισμένους δασκάλους των παιδιών
μας, που όντας αμόρφωτοι μισθοφόροι παράγουν αποεθνικοποιημένους και άμουσους
προλεταρίους των Διεθνών Επικυριάρχων.
Είναι
συνεπώς αγωνιστικό χρέος των Ελλήνων Εθνικιστών να αποδυθούν σε μιαν ακόμη
συνεχή εκστρατεία : Υπέρ του εξαγνισμού και της αναγέννησης της Ελληνικής.
Να
πασχίσουν δηλαδή ακάματα να την
απαλλάξουν από τον εκφυλιστικό
διανοουμενισμό των ελεεινών απάτριδων παλιάτσων της ψευτοδιανόησης (που
παριστάνουν τους λόγιους, καλοθρεμμένοι
με κρατικό χρήμα και
διαποτισμένοι με πολιτιστικό μαρξισμό).
Είναι
χρέος των Εθνικιστών να επανέλθει στο προσκήνιο ο θησαυρός της μητρικής γλώσσας, γεννημένης στην αυγή της προϊστορίας και στολισμένης με τα μυριάδες κοσμήματα των
διαλέκτων και των ντοπιολαλιών. Ξαναγυρίζοντας στην συστηματική σπουδή της
γλώσσας των προγόνων και ανθολογώντας δραστήρια την αρχέγονη γλώσσα των χωρικών
θησαυρίζουμε το παρελθόν, θωρακίζουμε το παρόν και διασφαλίζουμε το μέλλον του Λαού μας.
Πράγματι,
διαμέσου της γλώσσας εκφράζεται με τον εντονότερο τρόπο, η συνταύτιση του
ανθρώπου στην εθνική συλλογικότητα, η άνθιση του ατομικού «εγώ» μέσα στο
ομαδικό «εμείς», η «ενρίζωση», το βαθύ
ρίζωμα, ο δεσμός με την Πατρίδα, την πατρώα γη.
Και δίχως την ξέχωρη
αγάπη της εθνικής γλώσσας δεν μπορεί ο άνθρωπος να οδηγηθεί στην ουσιαστική
κατανόηση της Πατρίδας.
Χωρίς αυτήν την ζωογόνα και νοηματοφόρα αγάπη, τα πάντα στερούνται από γνωστικό
κορμό κατανόησης της πραγματικότητας, αντιληπτική ενάργεια και συνειδησιακή
δύναμη.
Η
εθνική γλώσσα, αποτελεί μιαν ενσάρκωση της εθνικής ψυχής κι αυτή ή ψυχή μπορεί
να εκδηλωθεί κυρίαρχα μονάχα μέσα στην Ελληνική πατρώα γη.
«Μήγαρις
έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;» μας λέει ο εθνικός μας
ποιητής Διονύσιος Σολωμός και έτσι μας τονίζει ότι η ελευθερία και η γλώσσα
είναι αλληλένδετες. Αφού με την γλώσσα εκφράζονται τα νοήματα και οι σκέψεις
των ανθρώπων ενός Λαού, περιγράφονται και αναλύονται οι έννοιες και οι εκάστοτε
καταστάσεις, με την γλώσσα επικοινωνούν οι άνθρωποι του Λαού αυτού μεταξύ τους,
με την γλώσσα μεταφέρεται ολόκληρος ο εθνικός πολιτισμός στις επόμενες γενεές.
Στον
πολιτικό πόλεμο, στην πολιτιστική πάλη,
στην μάχη των ιδεών με την γνώση και την σωστή χρήση της εθνικής γλώσσας αποκτούμε -πέρα από την οποιαδήποτε
ορθολογιστική λειτουργία- τον μεγαλύτερο συντελεστή γοητείας : την εθνική γλώσσα, το ίδιο το γεγονός της
Ελληνικής λαλιάς. Ακριβώς έτσι κατέχουμε σταθερά αυτήν την ασυνήθιστη δύναμη,
τη δύναμη ενός καθοδηγητή αλλά συνάμα και καλλιτέχνη, να κατακτά τους ακροατές
του με την γοητεία της γλώσσας. Της μητρικής μας γλώσσας πού συναντά την
αιωνιότητα της Ελληνικής γης και μαζί της τις βαθύτατες αρχέγονες ρίζες τού
Ελληνικού Λαού.
Από
αυτό το θεόπνευστο ρίζωμα, η γλώσσα αποτελεί το αιώνιο σύμβολο του, ιδιαίτερα
μάλιστα η καθάρια γλώσσα που δεν έχει ακόμα μολυνθεί από τον κοσμοπολιτισμό και
την διαφθορά της πόλης.
Με
την σπουδή και την χρήση της περνάμε εντελώς φυσικά στην λατρεία των μεγάλων
μας προγόνων και εκδηλώνουμε ολόπλευρα τον Εθνικισμό μας, μεταδίδουμε με
τρισχιλιόχρονη βαρύτητα και επισημότητα
στους απογόνους την δύναμη και το Καθήκον του Ελληνικού Αίματος που
πηγάζουν από την θυσία των προγόνων μας για την Πατρίδα. (..ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ..)
-- Λεωνίδας Ηλιοπουλος
-- Λεωνίδας Ηλιοπουλος