Με αφορμή την επίθεση στα σχολεία και στην Ορθοδοξία,
παρουσιάζουμε σήμερα, ένα έργο του ζωγράφου Νικολάου Γύζη (1842-1901).
Ένα έργο που ο Τήνιος καλλιτέχνης ζωγράφισε στα 1855 και
θεωρείται αντιπροσωπευτικό του και της μεστής περιόδου του.
Το θέμα του πίνακα, δηλαδή το «κρυφό σχολειό» έχει αντληθεί
από την ιστορική αλήθεια, που στα 1855 είναι κοινή γνώση όλων, αντίθετα με το
2017 που αμφισβητείται από την αριστερή αποδόμηση. Η ιστορική αλήθεια μας διδάσκει
λοιπόν, ότι η σπίθα της μόρφωσης, διατηρήθηκε στην Ελλάδα για τον λαό, από την
Εκκλησία. Με την μορφή μοναχών και παπάδων δασκάλων, που μάζευαν τα
παιδιά και τα μάθαιναν γραφή, ανάγνωση, ιστορία, θρησκευτικά, γεωγραφία και
μαθηματικά.
Είναι προφανές ότι το επίπεδο δεν ήταν υψηλό, ήταν όμως αρκετό
για να διασώσει τους Έλληνες από την αμορφωσιά και την ιστορική λήθη που
προωθούσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία για τους υπόδουλους Έλληνες. Οι πλούσιοι
πήγαιναν στο εξωτερικό να σπουδάσουν, αλλά οι φτωχοί είχαν για μόνο φως τους, το
κερί του παπά που τους φώτιζε τον δρόμο της γνώσης.
Περίεργες συμπτώσεις με το σήμερα… Και σήμερα οι Ισλαμολάγνοι που κυβερνούν,
προωθούν την ιστορική λήθη και την αμορφωσιά και εκδιώκουν την θρησκεία μας από
τα σχολεία. Και σήμερα, με την κατάντια των σχολείων και του κράτους,
πιθανότατα θα αναγκαστούμε να διδάσκουμε τα παιδιά μας στα σπίτια.
Το τραγουδάκι «φεγγαράκι μου λαμπρό φέγγε μου να περπατώ
να πηγαίνω στο σχολείο να μαθαίνω γράμματα, γράμματα σπουδάγματα του Θεού τα
πράγματα» είναι μια ακόμη λαϊκή προφορική ιστορική απόδειξη για το κρυφό
σχολειό, που γινόταν κυρίως την νύχτα.
Ο πίνακας του Γύζη λοιπόν αποτελεί εξαίρετο δείγμα του ακαδημαϊκού
ρεαλισμού του ύστερου 19ου αιώνα, ενός συντηρητικού εικαστικού
κινήματος που είναι γνωστό ως «Σχολή του Μονάχου», τόσο σε ελληνικό όσο και σε
πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Ο ακαδημαϊκός ρεαλισμός, διακρίνεται για την τεχνική
στην χρήση των χρωμάτων σε βάρος της εκφραστικότητας. Προβάλλεται η ηθογραφία, η
απεικόνιση του καθημερινού βίου κυρίως, της υπαίθρου, με ιδιαίτερη έμφαση στην
τοπική φορεσιά και των αντικειμένων. Ακολουθεί η προσωπογραφία, η τοπιογραφία
και τέλος η νεκρή φύση.
Στο έργο «κρυφό σχολειό» βλέπουμε την ικανότητα του Γύζη να
διαχειρίζεται το φως και να ντύνει το
θέμα του με μιαν αριστοτεχνική χρωματική τεχνική. Το φως στον πίνακα, έρχεται «συνοδευτικά» του
μοναχού, από πίσω και ψηλά και αυτό αποτελεί, έναν συμβολισμό του Γύζη. Συμβολίζει
το Θείο Φως της Γνώσης, αφού το κρυφό σχολείο γινόταν κυρίως νύχτα και
δεν θα μπορούσε να έρχεται φως από το παράθυρο. Η πινελιά του Γύζη είναι αέρινη
και διεισδυτική και σε άλλα σημεία του πίνακα αποτυπώνει λεπτομέρειες ενώ σε
άλλα αφαιρετικά μας δίνει το αποτέλεσμα.
Καταφέρνει έτσι να οδηγεί την ματιά μας στον μοναχό-δάσκαλο
και τα φωτισμένα πρόσωπα των παιδιών. Ο οπλισμένος ενήλικας στο βάθος,
βρίσκεται σαν υπενθύμιση του κινδύνου που αντιμετώπιζαν όσοι δίδασκαν και
παρακολουθούσαν το κρυφό σχολειό αλλά και σαν ένας ακόμη συμβολισμός, που μας λέει
ότι για την γνώση πρέπει να αγωνιστούμε.
Λένε ότι μια εικόνα είναι χίλιες λέξεις. Λίγες όμως εικόνες,
αποτυπώνουν τόσες χιλιάδες λέξεων όσο αυτός ο πίνακας. Μιλάει για τον Έλληνα που αψηφά.
Για τον Έλληνα που αδυνατεί να ζήσει χωρίς πολιτισμό. Για τον δεσμό Ορθοδοξίας
και Λαού. Φωτίζει τον δρόμο που διέσχισαν οι Έλληνες για να φτάσουν στην
Ελευθερία από τον τουρκικό ζυγό.
Τότε το σχολειό ήταν κρυφό και τα σχέδια φανερά. Σήμερα συμβαίνει το
ανάποδο. Ξυπνήστε !!
--Ε.Καλογεράτος